Κυριακή 20 Αυγούστου 2023

Στο βασίλειο της πέτρας!

Ταξίδι στα Τζουμέρκα, ημέρα 3η

(συνέχεια από Η τέχνη "πήρε τα βουνά"!)

 

20 Οκτωβρίου 2021

 

 

Την Τρίτη μέρα στα Τζουμέρκα, μετά το πρωινό ξεκινήσαμε για τα βορειοανατολικά χωριά, ίσως τα πιο εντυπωσιακά, τα αρχοντοχώρια των Τζουμέρκων. Τους Καλαρρύτες και το Συρράκο.


Κάναμε ανάποδα τη διαδρομή που είχαμε κάνει το προηγούμενο απόγευμα, περάσαμε από ο γεφύρι της Πολιτσάς και ανηφορίσαμε
ως τα Πράμαντα.


Χωρίς να σταματήσουμε συνεχίσαμε προς τα βόρεια

και κάναμε την πρώτη στάση στο Μελισσουριώτικο ρέμα,

λίγο πριν τον οικισμό Χριστοί.

Κατεβήκαμε να θαυμάσουμε το άγριο τοπίο με την τόσο αναζωογονητική ατμόσφαιρα και πάλι στο αυτοκίνητο. Περάσαμε τον Καλαρρύτικο και αρχίσαμε να ανεβαίνουμε τις φουρκέτες. Στην επόμενη διασταύρωση κάναμε δεξιά. Ο δρόμος στενεύει και οι ανηφορικές στροφές συνεχίζονται. 2,5χμ μετά τη διασταύρωση όταν το είδαμε.

Πάνω από τα κεφάλια μας, στον κάθετο βράχο φωλιάζει ένα από τα πιο εντυπωσιακά μοναστήρια της χώρας μας. Η Ιερά Μονή Κηπίνας.

Πάνε πολλά χρόνια, όταν άκουσα για πρώτη φορά το όνομα Κηπίνα. Και δεν ήταν για καλό. Μια σπείρα είχε καταφέρει να κλέψει ολόκληρο το τέμπλο και κάποιες εικόνες από αυτό το Ηπειρώτικο μοναστήρι. Η σπείρα αυτή είχε κατακλέψει Ήπειρο και Θεσσαλία, και τα κλοπιμαία βρίσκονταν και βρίσκονται σε όλα τα πλάτη του κόσμου, κυρίως σε σαλόνια «άγνωστων» συλλεκτών αλλά και γνωστών μουσείων. Αν και μέλη της σπείρας πιάστηκαν, αρκετά από τα κλοπιμαία επιστράφηκαν και αυτοί πέρασαν από δίκη, είναι πολλά αυτά που δεν βρέθηκαν ποτέ. Χωρίς να είμαι σίγουρος, νομίζω πως και αυτά της Κηπίνας συγκαταλέγονται σε αυτά που δεν βρέθηκαν.

Κάπως έτσι η Κηπίνα έγινε γνωστή στο ευρύτερο κοινό και σε εμένα. Από τότε είδα πολλές φωτογραφίες και βίντεο και την είχα βάλει στις προτεραιότητές μου κατά τη διάρκεια κάποιου ταξιδιού στην περιοχή.

Και να που τώρα παρκάραμε κάτω από το μοναστήρι, περνάγαμε την πύλη και ανηφορίζαμε στο πλακόστρωτο. Εδώ να πω πως ο χώρος είναι εν μέρει προσβάσιμος σε άτομα με αναπηρία. Το πρόβλημα είναι δύο σκάλες με περίπου 10 σκαλιά η κάθε μία, η μία εκ των οποίων θα μπορούσε να παρακαμφθεί αν δεν ήταν μια πόρτα κλειστή (!!!!). Δύο Γάλλοι (ο Στέφανος και ο φίλος του, που δεν θυμάμαι το όνομά του), που όμως λατρεύουν τη χώρα μας και μιλάνε πολύ καλά ελληνικά βοήθησαν και μπορέσαμε να φτάσουμε μέχρι την ξύλινη, κινητή γέφυρα, που προστάτευε κάποτε το μοναστήρι από κάθε επίδοξο επιτιθέμενο. Έτσι τα καταφέραμε και μπήκαμε στο χώρο του μοναστηριού. Σας ευχαριστούμε από καρδιάς φίλοι μας.

Στη μικρή διαδρομή μέχρι το μοναστήρι η θέα προς αυτό

αλλά και προς τα πάνω

και κάτω στον απότομο βράχο, κόβει την ανάσα.

Η παράδοση αναφέρει πως ιδρύθηκε στις αρχές του 13ου αι και το όνομά του οφείλεται στους μικρούς κήπου που είχαν οι μοναχοί από κάτω, ενώ οι αρχαιολόγοι αναφέρουν πως το παρόν είναι του 17ου αι (αν υπήρχε κάτι πριν έχει καταστραφεί τελείως) και το όνομα, σύμφωνα με γλωσσολόγους, μάλλον προέρχεται από τη σλάβικη λέξη Κιπ (=εικόνα ή ζωγραφιά). Το σίγουρο είναι πως πάντα ήταν μια μικρή μοναστική κοινότητα.

Βρίσκεται στο κοίλωμα που σχηματίζει η σπηλιά στο βράχο και είναι εν μέρει λαξευμένη σε διάφορα σημεία, προκειμένου να εξυπηρετήσει στην κατασκευή της μονής. Είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, αλλά πανηγυρίζει την Παρασκευή μετά το Πάσχα, της Ζωοδόχου Πηγής.

Μπαίνοντας βρίσκεσαι σε ένα πρόναο-μπαλκόνι, όπου δεξιά πάει στον  μικρό ναό,

ενώ απέναντι και δεξιά είναι τα μικρά δωμάτια-κελιά (κλειστά όταν πήγαμε), σκαλισμένα και αυτά στο βράχο. Μπήκα στο ναό.

Το τέμπλο, φαντάζομαι πως είναι αντίγραφο του κλεμμένου.

Γύρω έχει τοιχογραφίες, που χρειάζονται επειγόντως συντήρηση, έτσι μαυρισμένες που είναι. Παρ’ όλα αυτά δείχνουν ταλαντούχο ζωγράφο. Φτιάχτηκαν στα τέλη του 17ου-αρχές του 18ου αι.

Η οροφή, που είναι ο βράχος του σπηλαίου έχει λαξευτεί για να σχηματιστεί θόλος με ζωγραφισμένο τον Παντοκράτορα.

Δίπλα από τον ναό βλέπουμε μέρος του φυσικού σπηλαίου που προχωρεί σε βάθος, πίσω από την εκκλησία.

Κάτσαμε λίγη ώρα και βγήκαμε για να συνεχίσουμε. Οι νέοι μας φίλοι ήταν εκεί για να βοηθήσουν και πάλι.

Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και συνεχίσαμε για λίγα ακόμα χιλιόμετρα, ώσπου φτάσαμε και παρκάραμε έξω από το χωριό, τους Καλαρρύτες.

Χτισμένο σε υψόμετρο 1200μ σε πολύ δύσβατο και κακοτράχαλο τόπο, τόπο που όπως έγραψε ο Μπουκεβίλ, «είναι περισσότερο για αετούς και όρνια και όχι για ανθρώπους» είναι από τα Βλαχοχώρια της Ηπείρου, μαζί με το Συρράκο, το Μέτσοβο και κάποια ακόμα. Τον 18ο αι αναπτύχθηκε λόγω του εμπορίου, της κτηνοτροφίας και της αργυροχρυσοχοΐας, στην οποία οι Καλαρρυτινοί υπήρξαν σπουδαίοι τεχνίτες.

Να πούμε πως μέσα σε αυτά τα χωριά δεν μπαίνουν αυτοκίνητα (καλό αυτό γενικά), αλλά είναι παντού καλντερίμι, σε πολλά σημεία δύσκολο και σκαλιά (κακό αυτό αν έχεις πρόβλημα κινητικό). Έτσι για εμάς είναι απαγορευτικά.

Άφησα τη Σοφία στο αυτοκίνητο και μπήκα λίγο στο χωριό για μερικές εικόνες και φωτογραφίες.

Όχι πολλά-πολλά γιατί δεν ήθελα να την αφήσω πολύ ώρα μόνη.

Πραγματικά όμορφο και αρχοντικό χωριό και η πέτρα, που είναι σχεδόν το μοναδικό υλικό για κάθε κατασκευή, το κάνει ακόμα πιο εντυπωσιακό

Από πάνω μου δεσπόζει ο Άγιος Νικόλαος,

ενώ στενά πλακόστρωτα ανηφορίζουν ή κατηφορίζουν προς διάφορες κατευθύνσεις. Λίγο ακόμα και γύρισα.

Πήραμε το αυτοκίνητο και ακολουθήσαμε το δρόμο που είχαμε έρθει, ανάποδα. Αν και το Συρράκο είναι πολύ κοντά στους Καλαρρύτες,

τα χωρίζει η χαράδρα του Καλαρρύτικου, με αποτέλεσμα να πρέπει να κάνεις γύρο για να πας από το ένα στο άλλο.

Κατεβαίνοντας, σε μια στροφή δεξιά είναι μια πέτρινη σκάλα, που μετά από μερικές εκατοντάδες μέτρα, οδηγεί στον καταρράκτη και τους μύλους της Κουιάσας. Συνεχίσαμε,

περάσαμε πάλι κάτω από την Κηπίνα, στον δρόμο που έρχεται από Πράμαντα κάναμε δεξιά και λίγο μετά το Προσήλιο, πάλι δεξιά. Σε ένα πλάτωμα σταμάτησα και κατεβαίνοντας ακούω ένα τρομερό θόρυβο πίσω μου και βλέπω τα βράχια να κατρακυλάν εκεί που ήμασταν λίγα δευτερόλεπτα πριν, ούτε 50 μέτρα πίσω μας (Σοκ και δέος!). Χρειάστηκα λίγα λεπτά μέχρι να συνέλθω. Επειδή μεσολαβούσε στροφή δεν μπορούσα να δω τι είχε γίνει και δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Είπαμε να συνεχίσουμε, αλλά μας έτρωγε.

Έτσι φτάσαμε μέχρι ένα σημείο, που φαίνονται τα δύο χωριά, οι Καλαρρύτες δεξιά και το Συρράκο αριστερά,

είδαμε όσο γινόταν από μακριά το δεύτερο

και αποφασίσαμε να γυρίσουνε για να δούμε αν μπορούσαμε να περάσουμε. Αφού περάσαμε όπως-όπως

κατεβήκαμε στα Πράμαντα, ενημερώσαμε την αστυνομία και το Δήμο

και κάτσαμε σε ένα από τα εστιατόρια δίπλα στην εκκλησία να φάμε και κυρίως να συνέλθουμε από το σοκ.

Αφού φάγαμε ξεκινήσαμε να γυρίσουμε πίσω στον ξενώνα που μα φιλοξενούσε.

Οι εικόνες των Ηπειρώτικων βουνών και ποταμών, στεφανωμένα από τα σύννεφα μας μάγεψαν.

Σε λίγο φτάσαμε και περάσαμε το γεφύρι της Πολιτσάς και λίγο μετά φτάσαμε. Η Σοφία ξάπλωσε και εγώ βγήκα.

Λίγες φωτογραφίες από τους χώρους του πέτρινου ξενώνα και πήρα το αυτοκίνητο για τον Προφήτη Ηλία.

Η εκκλησία του Προφήτη Ηλία είναι σε ένα ύψωμα πάνω από το χωριό και από εκεί η θέα κόβει την ανάσα. Βουνά, βουνά και πάλι βουνά.

Και απέναντι ο Καλαρρύτικο έρχεται από τα βορειοανατολικά

ενώ πιο μπροστά ο Άραχθος έρχεται από τα βορειοδυτικά.

Μπροστά στα μάτια μας σμίγουν τα νερά τους σε μια εικόνα απαράμιλλης ομορφιάς. 

Με αυτή τη μοναδική εικόνα τελείωσε η τρίτη μέρα στα Τζουμέρκα.


Η διαδρομή της 3ης μέρας



(το ταξίδι συνεχίζεται Στο Μουσείο-τελευταίες εικόνες!)

θα χαρώ να διαβάσω τα σχόλια σας

 




 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...