29 Απριλίου-2 Μαΐου 2008
Η Άφιξη (1η μέρα)
Την Τρίτη του Πάσχα με δύο αυτοκίνητα ξεκινήσαμε από την Αθήνα. Προορισμός τα Γρεβενά, σαν κέντρο για εκδρομές και βόλτες στα βουνά και τα δάση της Β. Πίνδου αλλά και στις λιγότερο άγριες περιοχές του νομού, στις περιοχές που περνάει ο Αχελώος.. Η υπόλοιπη παρέα ήταν ήδη στη Δ. Μακεδονία και θα τη συναντούσαμε εκεί. Σύνολο 8 άτομα που είχαμε σκοπό να κάνουμε πολλά – πολλά χιλιόμετρα εκεί πάνω για 4 ολόκληρες ημέρες.
Πρώτη στάση για καφέ στη Λαμία για να έχουμε μια ανεπίσημη συνάντηση – γνωριμία με δραστήριο μέλος ταξιδιωτικού φόρουμ, καλλιτέχνιδα και κερασοπαραγωγό. Για του λόγου το αληθές μας έφερε μια τσάντα με τα ωραιότερα κεράσια που μπορούσαμε να φανταστούμε. Απολαύσαμε όμως περισσότερο τη ζωντάνια της παρουσίας της και τις όμορφες ταξιδιωτικές αφηγήσεις της. Νάναι καλά!
Επόμενη στάση στην πηγή του Αχιλλέα στο δρόμο για το Δομοκό για να φάμε τα σάντουιτς που είχαμε μαζί. Τρεις ακόμα στάσεις για φωτογραφίες λίγο πριν τα Μετέωρα, στη γέφυρα του Μουργκάνη ,
και στη γέφυρα του Βενέτικου όπου οι όχθες του ποταμού φτιάχνουν ανεπανάληπτες εικόνες. Τέλος φτάσαμε στο ξενοδοχείο Μηλιώνης (http://www.fora.gr/milionis) λίγο πριν την είσοδο της πόλης των Γρεβενών. Όλη η διαδρομή στα όρια του νομού Γρεβενών πολύ όμορφη με πράσινο και ήμερες εικόνες. Εκεί τελείωσε και η πρώτη μας μέρα με κουβεντούλα (όλοι μαζί πια), φαΐ σε παρακείμενο ουζοταβερνείο και τέλος κεράκια και τούρτα για τα γενέθλια του Χρήστου. Να τα χιλιάσεις φίλε!
Η πρώτη γνωριμία (2η μέρα)
Νωρίς το επόμενο πρωί ξεκινάμε για τα δυτικά του νομού προς τα βουνά της Β. Πίνδου.
Πρώτη στάση στο γεφύρι του Ζιάκα. Πολύ όμορφο δίτοξο γεφύρι που φτιάχτηκε στα τέλη του 19ου αιώνα πάνω στη «βασιλική στράτα» (σύμφωνα με τον Γάλλο περιηγητή Poukeville), δρόμο των καραβανιών παλαιότερων εποχών που ένωνε τα Ζαγοροχώρια μέσω Περιβολιού, τη Νότια Ελλάδα μέσω Θεσσαλίας και την Κωνσταντινούπολη. Η «βασιλική στράτα» πέρναγε από απότομες πλαγιές δίπλα από ποτάμια αλλά και από πολλά γεφύρια. Τα γεφύρια αυτά για την εποχή τους ήταν πραγματικά τεχνολογικά επιτεύγματα. Σήμερα στέκουν τα περισσότερα σε απόμερες, έρημες περιοχές, χτυπημένα από τον χρόνο πραγματικά έργα τέχνης. Σε πολλά από αυτά ευτυχώς ο άνθρωπος προχωράει σε σωστικές δράσεις και έτσι αυτά τα σπουδαία έργα θα στέκουν εκεί να τα θαυμάζουν και οι επόμενες γενιές. Έτσι και το γεφύρι του Ζιάκα ήταν γεμάτο σκαλωσιές που μπορεί να του στερούσαν την ομορφιά που έχει έτσι κι αλλιώς αλλά θα του χαρίσουν κι άλλα χρόνια ζωής για να το χαίρονται ντόπιοι και επισκέπτες. Λίγα χιλιόμετρα ,μετά το γεφύρι φτάσαμε στο ομώνυμο χωριό. Μικρό συμπαθητικό χωριό με αρκετή τουριστική ανάπτυξη. Δεν κάτσαμε αλλά συνεχίσαμε για το επόμενο χωριό το Σπήλαιο. Μικρό και αυτό το χωριό. Σταματήσαμε στη μικρή κυκλική του πλατεία με τον πλάτανο στη μέση. Λίγα ψώνια από το μικρό μαγαζάκι της πλατείας, πληροφορίες για το σημαντικότερο αξιοθέατο της περιοχής, το γεφύρι της Πορτίτσας και ξεκινήσαμε για εκεί. Από το δρόμο τα αυτοκίνητα με κάποιους που δεν μπορούν την πεζοπορία και οι υπόλοιποι με τα πόδια. Έχουν στρώσει με πέτρα το μονοπάτι μέχρι κάτω. Κάναμε περίπου μισή ώρα και σε κάποια σημεία ήταν πολύ κατηφορικό και πραγματικά μας δυσκόλεψε.
Από τα μέσα περίπου της διαδρομής φαίνεται για πρώτη φορά το γεφύρι Ο ποταμός Βελονιάς (ο ίδιος που ρέει κάτω και από το γεφύρι του Ζιάκα) φαίνεται αρκετά νωρίτερα να φιδοσέρνεται στην κοιλάδα Κανάβι που χωρίζει τα βουνά Όρλιακας και Λυκότρυπα. Λίγο πριν φτάσει στην είσοδο του φαραγγιού Πορτίτσα χωρίζεται σε κλάδους δίνοντας από ψηλά την εικόνα μιας τρίαινας.
Στη συνέχεια οι κλάδοι ενώνονται ξανά και κινούν προς το εντυπωσιακότατο φαράγγι, στην είσοδο του οποίου στέκει άγρυπνος φρουρός το δίτοξο γεφύρι.
Το νερό κάτω του γίνεται ορμητικό σχηματίζοντας δίνες. Οι εικόνες είναι πραγματικά μοναδικές. Η ομορφιά τους σε συνδυασμό με τη δροσιά που χαρίζει το νερό δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια. Ακόμα και οι φωτογραφίες δίνουν μικρό μόνο μέρος αυτής της αίσθησης. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι είναι ίσως το πιο πολυφωτογραφημένο αξιοθέατο της Δ. Μακεδονίας. Αφού βγάλαμε άπειρες φωτογραφίες, τσαλαβουτήξαμε στα νερά του ποταμού, περάσαμε από τη μια και την άλλη μεριά του γεφυριού και γενικά αφού περάσαμε περίπου 2 ώρες εκεί, με τα αυτοκίνητα πια ανεβήκαμε στο χωριό και κάτσαμε για τσίπουρα και καφέδες στην πλατεία στο όμορφο καφενεδάκι που είχε βγάλει τραπέζια κάτω από τον πλάτανο.
Λίγο μετά και αφού γυρίσαμε στον Ζιάκα τραβήξαμε για το Περιβόλι.
Στο δρόμο μια πολύ όμορφη εικόνα είναι η βρύση που το νερό της βγαίνει μέσα από ένα ξερό κορμό δέντρου και κάποιος νεοέλληνας έχει γράψει με μπογιά το όνομά του (!!!) και η εκκλησία του Αγ. Νικολάου. Είναι ότι έχει απομείνει από παλαιότερο μοναστήρι.
Χτίσθηκε το 1803 στη θέση παλαιότερου ναού, είναι πέτρινη και έχει δύο τρούλους. Και βέβαια ήταν κλειστή όπως όλες οι εκκλησίες που βρήκαμε στο δρόμο μας όλες αυτές τις μέρες. Λίγο μετά ο δρόμος χωρίζεται στα δύο. Παίρνουμε τον αριστερό κλάδο, περνάμε μια γέφυρα και λίγο μετά φτάνουμε στο Περιβόλι. Όμορφο μεγαλούτσικο χωριό, πύλη εισόδου για τον Εθνικό Δρυμό Β. Πίνδου (Βάλια Κάλντα), προορισμό μας για την επόμενη μέρα. Δεν βρήκαμε για φαΐ και γυρίζοντας προς τα πίσω στη διασταύρωση πήραμε το δεξί κλάδο αυτή τη φορά για το χωριό Αβδέλλα.
Εδώ θέλω να πω ότι τα περισσότερα χωριά της περιοχής είναι Βλαχοχώρια. Οι κάτοικοι, κυρίως κτηνοτρόφοι που ξεχειμωνιάζουν συνήθως στον Θεσσαλικό κάμπο είναι στην πλειοψηφία τους Βλάχοι και μιλούν τα Βλάχικα, ένα λατινογενές ιδίωμα που δυστυχώς οι νεώτεροι στην καλύτερη περίπτωση απλά καταλαβαίνουν.
Στην Αβδέλλα υπάρχει μια μεγάλη ορθογώνια πλατεία με πλατάνια και εκεί κάτσαμε για φαΐ. Στη μια άκρη της δεσπόζει η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η μόνη που βρήκαμε ανοικτή μιας και όλο το εσωτερικό της (δεν βρήκα πληροφορίες για τον Ναό) είναι σύγχρονο. Δίπλα πάνω σε δύο κορμούς δέντρου οι προτομές των δύο άξιων τέκνων του χωριού. Οι Αδελφοί Μανάκια.
Ποιοι είναι αυτοί; Μα οι πρωτοπόροι κινηματογραφιστές των Βαλκανίων (!). Ναι των Βαλκανίων. Χάρη σε αυτούς υπάρχουν σήμερα μοναδικά ντοκουμέντα της Βαλκανικής Ιστορίας. Κινηματογράφησαν γεγονότα όπως οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ο Μακεδονικός αγώνας, ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος, και ένα σωρό άλλα ιστορικά γεγονότα της εποχής αλλά και εικόνες της καθημερινής ζωής. Δυστυχώς παραμένουν άγνωστοι στο πλατύ κοινό.
Εν τω μεταξύ ο καιρός κάπως χάλασε. Συννέφιασε και άρχισε να ψιχαλίζει. Κάποιος από την παρέα ένοιωσε μια μικρή αδιαθεσία και αποφασίσαμε να γυρίσουμε στο ξενοδοχείο νωρίς. Ακολουθήσαμε τον υπό διαμόρφωση για άσφαλτο δρόμο προς Λάβδα και από εκεί βγήκαμε στο δρόμο Σμίξης –Γρεβενών, ένα δρόμο γεμάτο βίλες και ξενοδοχειακά συγκροτήματα με πολλές δραστηριότητες μιας και η Σμίξη είναι το πιο κοντινό χωριό στο χιονοδρομικό κέντρο της Βασιλίτσας. Ο δρόμος αυτός λίγο παρακάτω βγαίνει στο δρόμο Γρεβενών-Σαμαρίνας και λίγο πριν σουρουπώσει φτάσαμε στο ξενοδοχείο. Κάποιοι από την παρέα λίγο μετά κατεβήκαμε στα Γρεβενά, που είναι μια εντελώς αδιάφορη έως άσχημη πόλη,
για καφέ και λίγο αργότερα για κάτι πρόχειρο που το πήραμε στο ξενοδοχείο για να τσιμπήσουμε πριν από τον ύπνο, που ήταν βαρύς από κούραση αλλά και πληρότητα.
Στη «Ζεστή Κοιλάδα» (3η μέρα)
Ξημέρωσε η Πρωτομαγιά με έναν ήλιο να φωτίζει τα πάντα και να διώχνει σιγά σιγά τη βραδινή υγρασία. Μέρα της εργατιάς αλλά και λαμπρή γιορτή της φύσης. Αυτή τη μέρα διαλέξαμε να επισκεφθούμε ένα από τα ωραιότερα και σημαντικότερα μνημεία της πανέμορφης Ελληνικής φύσης. Τη «Ζεστή Κοιλάδα» (Βάλια Κάλντα στα βλάχικα), τον Εθνικό Δρυμό Βόρειας Πίνδου που βρίσκεται στα δυτικά του νομού Γρεβενών στα σύνορα με το νομό Ιωαννίνων. Στα όρια της Μακεδονίας με την Ήπειρο. Το χώρο που ζει η καφέ αρκούδα αλλά και ένα από τα ομορφότερα φυτά της ελληνικής φύσης. Το γιγαντιαίο «Ρόμπολο», είδος πεύκου. Από το 2004 ο Εθνικός Δρυμός αποτελεί μέρος του Εθνικού Πάρκου Β. Πίνδου. http://www.parnitha-np.gr/ethnika_parka.htm, http://www.epirussa.gr/pemileas/perivalon.htm
Πριν όμως επισκεφθήκαμε ένα ακόμα σπουδαίο ανθρώπινο έργο της περιοχής.
Το μεγαλύτερο πέτρινο γεφύρι της Μακεδονίας, αυτό του Αζίζ Αγά. Σύμφωνα με την παράδοση ο μάστορας δοκίμασε τρεις φορές να το χτίσει. Τις δύο πρώτες γκρεμίστηκε με το ξεκαλούπωμα. Ο Αζίζ Αγάς, χρηματοδότης του έργου απείλησε ότι αν έπεφτε και την τρίτη φορά θα του έπαιρνε το κεφάλι. Αυτός πριν το ξεκαλούπωμα το έσκασε. Το γεφύρι ξεκαλουπώθηκε και από τότε στέκει αγέρωχο κοντά στο χωριό Τρίκωμο. Όλα αυτά έγιναν στα 1727. Στην κορυφή της καμάρας κρέμεται μια μικρή αλυσίδα. Εκεί κάποτε κρέμονταν ένα κουδούνι για να ειδοποιεί τους διαβάτες όταν φύσαγε πολύ και τα πράγματα γίνονταν δύσκολα γι αυτούς. Περάσαμε ένα δίωρο στην περιοχή με άπειρες φωτογραφίσεις, βόλτες και απόλαυση του μοναδικού αυτού τόπου.
Από εκεί κινηθήκαμε σε γνώριμους από την προηγούμενη δρόμους και φτάσαμε στο Περιβόλι. Πήγαμε στο γραφείου του Δασάρχη και από τον ίδιο πήραμε κάποιες πληροφορίες, αλλά δυστυχώς όχι υλικό, για την επίσκεψη στον Εθνικό Δρυμό. Από το Περιβόλι ακολουθήσαμε για 4 χιλιόμετρα τον άσφαλτο προς Ιωάννινα και μετά για 5 χιλιόμετρα πολύ καλό χωματόδρομο. Είχαμε μπει πια στον Εθν. Δρυμό. Άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα ρόμπολα. Τι γίγαντες Θεέ μου! Και τότε είδαμε μιαν εικόνα που πραγματικά προκαλεί δέος.
Τελείως ξερά ρόμπολα χτυπημένα από κεραυνό με καμένο το εσωτερικό τους, σχισμένα, κατάμαυρα αλλά όρθια. Μια εικόνα που δεν ήταν σπάνια μέσα σε αυτή την υπέροχη φύση. Φτάσαμε στο τρίστρατο όπου έπρεπε να ακολουθήσουμε το μεσαίο δρόμο. Τα 4Χ4 δεν έχουν πρόβλημα αλλά τα συμβατικά Ι.Χ. μπορούν να προχωρήσουν μέχρι ένα σημείο. Επειδή είχαμε μόνο ένα 4Χ4 κάποιοι από εμάς το κόψαμε με τα πόδια.
Αισθανόμουν σα μυρμήγκι δίπλα στους γίγαντες γύρω μας. Η δε αίσθηση του δροσερού καθαρού αέρα της Πίνδου δεν μπορεί να περιγραφεί με κανένα τρόπο. Περπατήσαμε περίπου 45΄ μέχρι το κατώτερο σημείο της κοιλάδας. Το Αρκουδόρεμα, παραπόταμος του Αώου κυλάει τα νερά του προς το μεγάλο ποτάμι συμβάλλοντας και αυτό στην αίσθηση δροσιάς. Μετά από καμιά ώρα εκεί άρχισε η επιστροφή. Εγώ με τα παιδιά το κόψαμε πάλι με τα πόδια αλλά μέχρι ένα σημείο, μέχρι να επιστρέψει το 4Χ4 να πάρει και εμάς. Βγαίνοντας από τη Βάλια Κάλντα είχε μεσημεριάσει και αποφασίσαμε να πάμε για φαΐ. Ακολουθήσαμε αντίθετη πορεία από αυτή που είχαμε έρθει, στον ασφαλτόδρομο για Ιωάννινα και μετά από 20΄ μέσα από πυκνό δάσος φτάσαμε στη Βοβούσα, το ανατολικότερο από τα Ζαγοροχώρια στο νομό Ιωαννίνων.
Όμορφο χωριό με τον Αώο να το κόβει στα δύο και ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα πέτρινα γεφύρια να ενώνει τους δυο μαχαλάδες. Είναι λίγα τα χωριά που καυχώνται πως έχουν ένα πέτρινο γεφύρι μέσα και ένα από αυτά είναι και η Βοβούσα. Δυστυχώς λόγω Πρωτομαγιάς γινόταν ο χαμός. Μια ταβέρνα και ένα καφενείο προσπαθούσαν να ταΐσουν τόσο κόσμο. Με τα πολλά στο καφενείο φάγαμε κάτι ομελέτες σε δόσεις (!!) και σαλάτες (το ψωμί είχε τελειώσει) και φύγαμε για την επιστροφή. Περιβόλι, διασταύρωση για Αβδέλλα, χωματόδρομος προς Λάβδα και άσφαλτος μέχρι τη Σμίξη. Η Σμίξη είναι το πιο κοντινό προς το χιονοδρομικό κέντρο της Βασιλίτσας χωριό. Καλοφτιαγμένο με αρκετή υποδομή, κυρίως ως προς τη διαμονή, με όμορφους ξενώνες (ένας από αυτούς και το παλιό σχολείο), περιποιημένο και πεντακάθαρο, όπως όλα τα χωριά που γυρίσαμε, κάτι που πραγματικά μας έκανε πολύ θετική εντύπωση. Λίγες φωτογραφίες, τις απαραίτητες πληροφορίες από τους ντόπιους και συνεχίζουμε για το διασημότερο χωριό του νομού, την ξακουστή Σαμαρίνα. Άσφαλτος μέχρι το χιονοδρομικό και εκεί δεξιά στον χωματόδρομο που είναι στρωμένος και έτοιμος για ασφαλτόστρωση. Σε λίγο βγήκαμε στον δρόμο που φτάνει στη Σαμαρίνα από τα Γρεβενά και στρίψαμε αριστερά. Η Σαμαρίνα είναι άλλο ένα Βλαχοχώρι πάνω στο Σμόλικα και έχει το ρεκόρ του ψηλότερα χτισμένου χωριού της Ελλάδας, στα 1450 μέτρα πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Σε μια στροφή φαίνεται για πρώτη φορά. Αρκετά μεγάλο και όμορφο με τις κόκκινες τσίγκινες στέγες των σπιτιών της να λούζεται στον απογευματινό ήλιο. Στην είσοδο μια επιγραφή μας λέει «Γκίνι Βίνις», δηλ καλώς ήλθατε στα Βλάχικα. Φτάσαμε στη μεγάλη πλατεία και κάτσαμε κάτω από τα πλατάνια που δεν είχαν βγάλει ακόμα όλα τους τα φύλλα λόγω υψομέτρου και παραγγείλαμε καφέδες και γλυκά. Μέχρι να έρθουν πήγα μια βόλτα στο χωριό. Περιποιημένο και καθαρό και αυτό με όμορφα, πολλούς ξενώνες και την εκκλησία της Μεγάλης Παναγιάς. Χαμηλή, στενόμακρη εκκλησία (κλειστή κι αυτή) με ένα πεύκο να φυτρώνει και να ξεπροβάλει από τη στέγη του ιερού.
Το προαύλιο της εκκλησίας είναι κοινό με το προαύλιο του εδώ και 40 χρόνια κλειστού σχολείου που όμως καλοδιατηρείται και είναι ένα πολύ ωραίο κτίριο. Μετά τον καφέ και αφού είχε αρχίσει να σουρουπώνει ξεκινήσαμε για την επιστροφή. Στην έξοδο του χωριού άλλη πινακίδα μας αποχαιρετούσε στα βλάχικα «Άουρα Μπουόνα» (ή κάπως έτσι). Δηλ. «ώρα καλή» (δυστυχώς έχασα το χαρτάκι που σημείωσα τη φράση). Λίγο παρακάτω κάτσαμε για φαΐ στον μικρό οικισμό Αετιά και αφού είχε νυχτώσει πια για τα καλά γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για την τελευταία βραδιά της εκδρομής μας. Πέσαμε νωρίς για ύπνο γιατί η επόμενη προβλέπονταν πολύ κουραστική (λες και οι προηγούμενες δεν ήταν!!).
Στα μέρη του Μαστόδοντα –Ο γυρισμός (4η ημέρα)
Την Παρασκευή ήταν η ημέρα της επιστροφής. Αλλά πριν από αυτή σκοπεύαμε να δούμε κάποια πράγματα ακόμα. Βέβαια πρωτοτυπήσαμε και η μέρα δεν είχε γεφύρια. Είχε όμως άλλα σπουδαία έργα της φύσης και του ανθρώπου.
Αφού πήραμε πρωινό και πληρώσαμε, φορτώσαμε και ξεκινήσαμε. Πήραμε τον δρόμο που ενώνει τα Γρεβενά με την Κοζάνη (όχι την Εγνατία). Περίπου 15 χλ. μετά τα Γρεβενά στρίψαμε αριστερά και μπήκαμε στο χωριό Μηλιά του Δήμου Ηρακλεωτών. Τι έχει άραγε αυτό το γενικά άγνωστο στους πολλούς χωριό; Για να μην κάνω τον έξυπνο να πω ότι είχαμε διαβάσει στον οδηγό που είχαμε μαζί ότι στο χωριό αυτό λειτουργεί Μουσείο Φυσικής Ιστορίας (στην πραγματικότητα μόνο παλαιοντολογικό) από το 1997 με ευρήματα της περιοχής. Το Μουσείο στεγάζεται στο κτήριο της πρώην κοινότητας Μηλιάς από το 1997 σαν έκθεση και από το 2003 σαν Μουσείο.
Σύμφωνα με τη Γεωλόγο-φύλακα και ξεναγό του Μουσείο ευελπιστούν να αποκτήσουν καλύτερη στέγη. Παραθέτω αυτούσιο το σημείωμα από το φυλλάδιο που μας δώσανε. Το παραθέτω γιατί νομίζω ότι αξίζει το Μουσείο όσο δεν μπορούσα να φανταστώ όταν πήγα και το συνιστώ ανεπιφύλακτα:
Ο μαστόδοντας της Μηλιάς
Κοντά στο χωριό Μηλιά, στις αποθέσεις με άμμους του ποταμού Αλιάκμονα, μετά από δυνατή βροχή, ήλθε στο φως η άκρη του βραχίονα ενός προβοσκιδωτού Mammut borsoni (HAYS, 1834) (Proboscidea). Η τυχαία ανακάλυψη, που βασίστηκε στις πληροφορίες του Θανάση Δ. Δεληβού, κατοίκου της Μηλιάς, οδήγησε, μετά τα Αμπέλια Γρεβενών, την ανασκαφική ομάδα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με επικεφαλής την παλαιοντολόγο Ευαγγελία Τσουκαλά, επίκουρη Καθηγήτρια στο Τμήμα Γεωλογίας, στην περιοχή το 1996, οπότε και ξεκίνησαν οι ανασκαφές, για να αποκαλύψουν ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα που αφορούν την παλαιοντολογία. Συγκεκριμένα, μισό μέτρο πιο δεξιά από το πρώτο εύρημα εντοπίστηκαν δύο πλήρεις, τεράστιοι χαυλιόδοντες (δεύτερος κοπτήρας της άνω γνάθου) μήκους 4.39 μ. ο καθένας, σε θέση χιαστί που υπολογίζεται ότι είναι οι μεγαλύτεροι στον κόσμο. Το έργο της μεταφοράς, συντήρησης και αποκατάστασης στον εκθεσιακό χώρο ήταν εξαιρετικά επίπονο, λόγω του μεγάλου μεγέθους τους και του κινδύνου να θρυμματιστούν. Δύο χρόνια αργότερα, ανακαλύφθηκε από το ίδιο ζώο ένα από τα πληρέστερα σαγόνια που έχουν βρεθεί στον ευρωπαϊκό χώρο «ένα εξαίρετο εύρημα» σύμφωνα με τη μαρτυρία του ειδικού καθηγητή Pascal Tassy του Εθνικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας στο Παρίσι που διατηρεί και τους κάτω χαυλιόδοντες, χαρακτηριστικό που εξέλειψε με την εξέλιξη. Η ολοκλήρωση των ερευνών στην περιοχή έγιναν με την ανακάλυψη ενός πολύ καλά διατηρημένου τμήματος του κρανίου, της κνήμης, των ωλενών και των πλευρών, που ολοκληρώνουν ως ένα βαθμό την εικόνα ενός δασόβιου προβοσκιδωτού με ύψος περί τα 4,5 μέτρα και βάρος μεγαλύτερο από 12 τόνους, πλειοκαινικής ηλικίας (3.000.000 ετών περίπου), που η τόσο πλήρης παρουσία του γίνεται γνωστή στην Ελλάδα και στην Ευρώπη για πρώτη φορά. Οι ανακαλύψεις συνεχίζονται με ένα δεύτερο σαγόνι και οστά από έναν παρόμοιο μαστόδοντα, καθώς και ενός κρανίου γιγαντιαίου ρινόκερου. Η εικόνα του παλαιοπεριβάλλοντος συμπληρώνεται με την υπόλοιπη πανίδα που αποτελείται από απολιθωμένα οστά ιππαρίου (μικρόσωμου προϊστορικού αλόγου μετρία δάκτυλα στα πόδια), αγριόχοιρου, βοοειδούς κ.α..
Στην παρούσα έκθεση της μηλιάς που δημιουργήθηκε τον Αύγουστο του 1997 και ανακαινίστηκε το καλοκαίρι του 2003, λειτουργεί και μικρή έκθεση φωτογραφίας από τις παλαιοντολογικές ανασκαφές.
Πληροφορίες: Δήμος Ηρακλεωτών
Τηλ.:24620 41795 - 41768 - Fax: 24620 41789 Κιν. 6944 882690 - 6977 428121
Εδώ να προσθέσω ότι τον Ιούλιο του 2007 βρέθηκαν άλλοι δύο χαυλιόδοντες ακόμα μεγαλύτεροι (ξεπερνούν τα 5 μέτρα μήκος!!) σπάζοντας το ρεκόρ μήκους παγκοσμίως που είχαν οι προηγούμενοι.
Όσον αφορά τα ευρήματα του μουσείου τι να πει κανείς. Απλά μοναδικά. Έχω επισκεφθεί μουσεία φυσικής ιστορίας όπως του Λονδίνου, του Παρισιού ή της Κοπεγχάγης και δεν αισθάνθηκα ούτε στιγμή ότι τα συγκεκριμένα απολιθώματα υστερούν σε σχέση με τα αντίστοιχα αδελφάκια τους σ’ αυτές τις πόλεις. Αν βρεθείτε λοιπόν στα Γρεβενά μην παραλείψετε μια μικρή επίσκεψη στη Μηλιά. Μόνο το πρωί βέβαια.
Στη συνέχεια βγήκαμε πάλι στο δρόμο για Κοζάνη και λίγα χμ. μετά στρίψαμε δεξιά αυτή τη φορά για Ταξιάρχη. Μεγαλούτσικο χωριό αλλά παντού ερημιά. Σταθήκαμε στην έρημη πλατεία ώσπου φάνηκε ένας επίτροπος της εκκλησίας που μας άνοιξε την εκκλησία (όχι σπουδαία πράγματα) αλλά μας οδήγησε και μας άνοιξε το καταπληκτικό αλλά σχεδόν ερειπωμένο μοναστήρι του Ταξιάρχη από τον οποίο πήρε το όνομά του το χωριό. Ο αδυσώπητος χρόνος, η ανθρώπινη αδιαφορία και ο σεισμός της προηγούμενης δεκαετίας έχουν κάνει πολύ «καλή δουλειά». Έκλεψαν και όλες σχεδόν τις πολύτιμες φορητές εικόνες και άφησαν το μοναστήρι να το λυπάσαι. Η πολιτεία με τις υπηρεσίες της έβαλαν μερικά δοκάρια να μην πέσει τελείως ο ναός και άφησαν το υπόλοιπο να καταρρέει. Ένα τεράστιο ΚΡΙΜΑ!
Πήραμε το δρόμο προς Γρεβενά και λίγο πριν την πόλη στρίψαμε ανατολικά προς Δεσκάτη. Άλλο τοπίο πια, όχι λιγότερο όμορφο όμως. Σε αυτό πιστεύω ότι παίζει μεγάλο ρόλο η εποχή. Λόφοι σπαρμένοι με στάρια αλλά και αρκετά φυλλοβόλα δέντρα ανάμεσα στα χωράφια. Τοπίο που όπως είπε και η κόρη μου: «θέλω να βγω από το αυτοκίνητο και να κυλιστώ». Το ίδιο τοπίο με τα γυμνά δέντρα και το λευκό τον χειμώνα ή τα κίτρινα χωράφια το καλοκαίρι θα είναι τελείως διαφορετικό. Ο δρόμος κυλάει ανάμεσα στα χωράφια, περνάει από μικρά, καθαρά και περιποιημένα χωριά όπως η Κνίδη, οι Πυλωροί, η Ποντινή, το Παλαιοχώρι, το Νεοχώρι και κάποτε φτάσαμε στην Παναγιά. Μέσα από το χωριό ακολουθήσαμε τις ταμπέλες για το Μοναστήρι του Όσιου Νικάνορος ή Ζάβορδας (θρησκευτικός τουρισμός αυτή τη μέρα!!) και αφού χαθήκαμε για λίγο φτάσαμε. Καστρομονάστηρο, πολύ καλοσυντηρημένο με ένα καθολικό που εδώ και χρόνια είναι σε φάση συντήρησης και γι αυτό κλειστό όπως άλλωστε όλοι οι εσωτερικοί χώροι της Μονής. Το καθολικό παρόλη την εικόνα που είχε «φασκιωμένο» με σκαλωσιές είναι εντυπωσιακό.
Είναι από τις λίγες φορές που έχω δει τοιχογραφίες στους εξωτερικούς τοίχους ενός Ναού στην Ελλάδα. Πολύ εντυπωσιακό! Ένα όμως από τα πιο εντυπωσιακά «ατού» του μοναστηριού είναι η θέα. Όπως βρίσκεται χτισμένο σε ψηλό βράχο βλέπεις σε πολύ μεγάλη απόσταση γύρω κάμπους, χαράδρες και βουνά. Αλλά αυτό που κυριολεκτικά δεσπόζει είναι ο Αλιάκμονας που κυλάει ακριβώς από κάτω.
Εδώ ουσιαστικά τελείωσε και το περιηγητικό μέρος του τετραήμερου ταξιδιού μας. Περάσαμε έξω από τη Δεσκάτη και λίγο πριν την Ελασσόνα κάτσαμε για πέστροφες δίπλα στη μικρή λιμνούλα στο χωριό Κεφαλόβρυσο. Μια στάση για μια ώρα και κάτι στον Τύρναβο στο σπίτι μιας φίλης της κόρης μου για να γνωρίσουμε τους γονείς της και να της ευχηθούμε μιας και γιόρταζε (Ζωοδόχου Πηγής) και αφού την πήραμε μαζί μας συνεχίσαμε και φτάσαμε αργά το βράδυ στην Αθήνα, κατάκοποι. Και όμως «πετούσαμε». Οι τέσσερις μέρες εκεί πάνω στα βουνά γέμισαν για τα καλά τα πνευμόνια μας με οξυγόνο και το νου μας με όνειρα για την επόμενη εκδρομή. Να είμαστε μόνο καλά!
Υ.Γ. Πολύτιμοι συνοδοί στο ταξίδι μας: 1. Ο χάρτης της Road Ήπειρος/Θεσσαλία (δεν είχα της Μακεδονίας αλλά αυτός περιλαμβάνει σχεδόν όλη τη Δ. Μακεδονία) 1:250.000, 2. Τον τόμο 19 της σειράς ΑΝΑΚΑΛΥΨΤΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, Πίνδος-Βάλια Κάλντα-Γρεβενά-Κοζάνη, ΤΑ ΝΕΑ Ιανουάριος 2008 και 3. φυλλάδια και χάρτη που μας έδωσαν εκεί.
Περισσότερες φωτογραφίες: https://picasaweb.google.com/112333101407674010719/294252008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου