Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Μάνη. Της πέτρας και του γδικιωμού!-1ο μέρος

23-24 Μαΐου 2013

Όπως είναι γνωστό η Πελοπόννησος τελειώνει στα νότια σε τρεις χερσονήσους. Τρία «πόδια». Το μεσαίο αποτελεί συνέχεια του μεγαλύτερου βουνού της, του Ταΰγετου και τελειώνει στο Ταίναρο, το ακρωτήριο που οι αρχαίοι μας πρόγονοι πίστευαν πως ήταν (και εδώ) η είσοδος για τον Κάτω Κόσμο. Και λάτρευαν για Θεό του Κάτω Κόσμου, όχι τον Πλούτωνα, ως συνήθως, αλλά τον Ποσειδώνα τον Ταινάριο. Και ο τόπος αυτός είναι εκεί που τελειώνει το «σώμα» της η Ευρώπη. Το ηπειρωτικό κομμάτι, δηλαδή, της ηπείρου μας. Τούτο το «Ακραίο τοπίο» λοιπόν είναι η Μάνη. Η Μάνη η τόσο ιδιαίτερη, η ξεχωριστή, η αντιφατική, η μοναδική!

 
Γι αυτή τη Μάνη ξεκινήσαμε αργά το πρωί της Πέμπτης. Η διαδρομή, τουλάχιστον μέχρι την Τρίπολη, είναι εύκολη και γνωστή. Κάναμε μια μικρή στάση μετά το τούνελ στο Αρτεμίσιο και αφού περάσαμε έξω από την πρωτεύουσα της Αρκαδίας, αφήσαμε τον αυτοκινητόδρομο που πάει για Καλαμάτα και εμείς πήραμε το επαρχιακό δρόμο που πάει στη Σπάρτη. Δρόμος στενός και με στροφές είναι και αυτός πλέον ανεπαρκής για το φόρτο κίνησης που σηκώνει. Στη Σπάρτη πήραμε τον περιφερειακό, αποφεύγοντας την πόλη, και σε λιγότερο από μια ώρα φτάσαμε στο Γύθειο, την πρωτεύουσα και πανέμορφη είσοδο στη Μάνη.
Μιας και είναι η μεγαλύτερη πόλη του Λακωνικού κόλπου, θα μπορούσαμε να τη χαρακτηρίσουμε Βασίλισσα του Λακωνικού.
Ο τίτλος βέβαια της ταιριάζει περισσότερο γιατί είναι μια πολύ όμορφη πόλη, αμφιθεατρικά χτισμένη να αγναντεύει τη θάλασσα,
έχοντας στη νότια άκρη της το νησάκι Κρανάη, που σύμφωνα με τον αρχαίο μύθο, υπήρξε ο τόπος που φιλοξένησε την πρώτη νύχτα της διασημότερης συζυγικής απιστίας των αιώνων. Εκεί κατέφυγαν ο Πάρις και η Ελένη φεύγοντας από τη Σπάρτη και πριν φύγουν για την Τροία με ότι αυτό σήμανε για τη συνέχεια.
Σε ένα τραπέζι στο λιμάνι του Γυθείου, δίπλα στις βάρκες κάτσαμε για να φάμε τα ψαράκια μας.
Όλο το θαλασσινό μέτωπο της πόλης είναι γεμάτο όμορφα νεοκλασικά, πλούσιο υλικό για μια μικρή «φωτογραφική» βόλτα, μετά τη γευστική ικανοποίηση.

Παρένθεση αναμνήσεων
(Πέρασαν πάρα πολλά χρόνια από τότε που ήρθαμε για πρώτη φορά στη Μάνη. Ήταν το 1987, όταν κάνοντας διακοπές στη Μεσσηνία, μείναμε λίγες μέρες στη Στούπα, στη Μεσσηνιακή ή Έξω Μάνη. Τότε κάναμε μια ημερήσια εκδρομή στην Αποσκιερή (δυτική) Μέσα Μάνη. Περάσαμε έξω από την Αρεόπολη, επισκεφτήκαμε τα σπήλαια στο Διρό, και ακολουθώντας νότια διαδρομή πήγαμε για φαΐ στο Γερολιμένα και καταλήξαμε στη Βάθεια. Θυμάμαι σα τώρα τις έντονες εικόνες της Βάθειας, σιωπηρής να ψήνεται στο μεσημεριανό λιοπύρι. Έμοιαζε σαν ακατοίκητη και θα ήμουν σίγουρος γι αυτό αν δεν εμφανίζοντας μέσα από τις πέτρες κάτι μαυροφορεμένες φιγούρες σα σκιές που χάνοντας αμέσως μέσα σ’ αυτές. Μόνο μια γιαγιά μας πλησίασε και μας ρώτησε από πού είχαμε έρθει. Της είπαμε πως ερχόμασταν από την Πάτρα (δεν είχαμε μετακομίσει ακόμα). Δεν θα ξεχάσω ποτέ την απάντησή της. «Έχετε νερά εκεί πάνω!!». Τι έντονη εντύπωση μου έκανε εκείνη η κουβέντα! Ότι στερείται ο καθένας! Μας χαιρέτησε και εξαφανίστηκε.

Οκτώ χρόνια μετά κάναμε διακοπές και πάλι στην Πελοπόννησο, στην Κυνουρία αρχικά και μετά στο Μαυροβούνι έξω από το Γύθειο. Τότε ήταν η πρώτη φορά που επισκεφτήκαμε και το Γύθειο και την Αρεόπολη. Θυμάμαι τη φοβερή ζέστη που πύρωνε την πέτρα στην Αρεόπολη. Δεν βρίσκαμε την παραμικρή σκιά να μας προστατέψει από το λιοπύρι. Έτσι δεν είδαμε και τότε πολλά. Μόνο στο Λιμένι, το επίνειο της Αρεόπολης, πήγαμε κάνα δυο φορές για ψάρι. Ένα τέτοιο βράδυ, μετά το φαΐ ανεβήκαμε να δούμε την Αρεόπολη στη βραδινή δροσιά. Μια εικόνα, σχεδόν μεταφυσική, χαράχτηκε στο νου μου ανεξίτηλα. Σε μια μικρή πλατεία έστεκε μια εκκλησούλα. Η πόρτα ήταν ανοικτή και μέσα έφεγγαν δυο κεριά. Αυτά το δυο κεριά ήταν και το μοναδικό φως μέσα στο μικρό ναό. Όταν κάπως συνηθίσανε τα μάτια και με τη βοήθεια των κεριών, ένα θαύμα ξετυλίχτηκε εκεί μπροστά μας. Όλη η εκκλησία ήταν κατάγραφη από τοιχογραφίες! Ήταν ο ναός του Άη Γιάννη των Μαυρομιχάληδων.

Λίγο γνώριζα τη Μάνη μέχρι τώρα αλλά με είχε σημαδέψει με πάρα πολύ έντονες εικόνες.)

Παιγνίδια του νου!
Νωρίς το απόγευμα, μετά από περίπου μισής ώρας καταπράσινη διαδρομή φτάσαμε στην Αρεόπολη, το κεφαλοχώρι της Μέσα Μάνης. Ο καιρός τις τελευταίες μέρες είχε  έντονη συννεφιά και ισχυρότατους δυτικούς ανέμους. Σα φτάσαμε ο ουρανός είχε κάπως ανοίξει και ένας ήλιος «χλεμπονιάρης» έκανε τις εικόνες καλύτερες. Στην είσοδο του χωριού ήταν το ξενοδοχείο μας. Οι ευγενέστατες ιδιοκτήτριές του, η κυρία Ποτίτσα και η κόρη της η Ελένη, μας υποδέχτηκαν με ένα πλατύ χαμόγελο, όμορφη αρχή του ταξιδιού μας στην ηπειρωτική εσχατιά της Ευρώπης.
Ανεβάσαμε τα πράγματα στο δωμάτιο, η Σοφία ξάπλωσε και εγώ με τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι ξεκίνησα για την πρώτη αναγνωριστική βόλτα.
Βγήκα από το ξενοδοχείο και πήρα το δρόμο για το κέντρο του χωριού. Λίγα μέτρα παρακάτω ο δρόμος είναι πλακόστρωτος και τα βράδια κλείνει για να γίνει πεζόδρομος.
Εκεί στέκει και η εκκλησία του Άγιου Χαράλαμπου. Στη διασταύρωση με τον κεντρικότερο δρόμο του χωριού, αυτόν που ενώνει την κεντρική πλατεία με την πλατεία της Επανάστασης.
Πετρόχτιστη με όμορφα διακοσμητικά στοιχεία στο καμπαναριό, ήταν ανοικτή και φυσικά μπήκα.
Λιτή με λίγες τοιχογραφίες που άφησε ο χρόνος σου αφήνει μια όμορφη αίσθηση κατάνυξης. Βγήκα και έστριψα αριστερά και μπήκα στην κεντρική πλατεία.
Αρκετά μεγάλη με χαμηλά κτίρια ένα γύρω σου δίνει την αίσθηση της άπλας. Πάνω αριστερά βρίσκεται ένα ακόμα εκκλησάκι.
Ο Άγιος Αθανάσιος. Ακόμα πιο λιτό από το προηγούμενο και με λιγότερες τοιχογραφίες κυρίως στο χτιστό τέμπλο.
Στην άλλη μεριά της πλατείας, στα δεξιά είναι ένα μνημείο με κυρίαρχη τη μορφή του τελευταίου Μπέη της Μάνης και σημαντική μορφή της επανάστασης του 1821, του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.
Πήρα πάλι τον πλακόστρωτο δρόμο προς την αντίθετη κατεύθυνση και αφού πέρασα τον Άγιο Χαράλαμπο, μπήκα στη «μηχανή του χωροχρόνου»(!!!!).
Η γυμνή πέτρα ένα γύρω σε δρόμους, μάντρες, κτίρια,
ένα πηγάδι σε μια γωνιά, μου έδινε την αίσθηση πως πέρασα σε άλλη εποχή και πολλά μίλια μακριά. Στη Σικελία; Την Κορσική; Αν και δεν έχω πάει σε κανένα από αυτά τα νησιά, έχω δει πολλές φωτογραφίες και βίντεο. Ξαφνικά ένοιωσα να βρίσκομαι στα στενά των χωριών τους. Μόνο που νόμιζα πως θα βγει από την επόμενη γωνιά κάποιος καβαλάρης φουστανελοφόρος ή βρακοφόρος. Όλα είχαν γίνει στο μυαλό μου αχταρμάς. Δεν μου έχει συμβεί ποτέ ξανά αυτό. Ακόμα και σήμερα που βλέπω τις φωτογραφίες έχω ακριβώς την ίδια αίσθηση και αστραπιαία βρίσκομαι αλλού. Θεέ και Κύριε! Άλλο και τούτο!! Και να πεις πως δεν είχε αυτοκίνητα. Δεν είχε εστιατόρια και μπαράκια (δεν είχαν βγάλει ακόμα τραπέζια έξω) και άλλα τόσα πράγματα για να με προσγειώσουν, εγώ παρέμενα αλλού. Τι λέτε γιατρέ μου; Είναι πολύ σοβαρό; Ευτυχώς οι αισθήσεις ήταν σε εγρήγορση και η μνήμη έγραφε. Η δική μου αλλά και της μηχανής.
Έτσι έφτασα μέχρι τη μικρή πλατεία της επανάστασης.
Εκεί βρίσκεται ο μεγαλόπρεπος ναός του 17ου αι. Των Αγίων Ταξιαρχών. Εκεί απ’ έξω οι Μανιάτες στις 17 Μαρτίου 1821 κήρυξαν την Επανάσταση, 8 μέρες πριν την υποτιθέμενη έναρξη που γιορτάζουμε επίσημα(!!).
Μια στήλη ενσωματωμένη στον τοίχο απέναντι από την εκκλησία μνημονεύει το γεγονός.
Η εκκλησία των Ταξιαρχών ήταν κλειστή. Έχει όμως και εξωτερικά αρκετά να δεις και να θαυμάσεις. Έχει ένα πανύψηλο καμπαναριό που λες και περισσεύει πάνω από όλο το χωριό και είναι ορατό σχεδόν από παντού. Στους πέτρινους τοίχους είναι ενσωματωμένα περίεργα πέτρινα ή μαρμάρινα γλυπτά.
Κεφάλια, Ήλιοι, εξαπτέρυγα και διάφορα σύμβολα. Τα πιο εντυπωσιακά όμως είναι τα δύο ανάγλυφα υπέρθυρα με τους αρχάγγελους. Στην είσοδο από τη μεριά της πλατείας ο αρχάγγελος Μιχαήλ, σε ρόλο χάροντα, σύμφωνα με τη Μανιάτικη παράδοση, με την τρομερή πανοπλία του, κρατά στο χέρι μια ψυχή με τη μορφή νεογέννητου στα σπάργανα.
Δίπλα στην εκκλησία, ένας ξενώνας στεγάζεται σε ένα ανακαινισμένο πύργο του 1700, στο ισόγειό του οποίου, ο ιδιοκτήτης του έχει το ιδιωτικό πολεμικό του μουσείο. Απέναντι από την εκκλησία ένα εστιατόριο έχει κι αυτό όμορφα λιθανάγλυφα πάνω από τις πόρτες και τα παράθυρα.
Έκανα βόλτα στα στενάκια γύρω από την πλατεία και το ναό και εκεί που γύρναγα και φωτογράφιζα νάσου η εικόνα από τα παλιά.
Στο βάθος μια μικρή πλατεία και στη μέση ο Άη Γιάννης. Και πάλι ήταν ανοικτός, μόνο που τώρα ήταν μέρα και έμπαινε λίγο φως από την πόρτα και τα δύο μικρά παράθυρα. Πολλά τα θέματα στους τοίχους.
Άγιοι, σκηνές από το βίο του Χριστού αλλά και θαύματα του ίδιου και αγίων. Τι να πρωτοδείς, τι να θαυμάσεις!
Δίπλα στην εκκλησία είναι ο συντηρημένος Πύργος Πικουλάκη που στεγάζει το Μουσείο της Μάνης. Ένας ασφαλτόδρομος που περνά δίπλα από την κεντρική πλατεία και φτάνει μέχρι εκεί, ήταν ικανός να με επαναφέρει στην πραγματικότητα.
Γύρισα στο ξενοδοχείο όπου η Σοφία είχε ξυπνήσει και με περίμενε. Λίγο αργότερα βγήκαμε και κάναμε περίπου τη διαδρομή που είχα κάνει μόνος μου. Στην πλατεία κάτσαμε για καφέ. Αρκετή ώρα μετά κατεβήκαμε μέχρι τους Ταξιάρχες και τον Άη Γιάννη. Μόνο που τώρα είχε νυχτώσει και οι εικόνες ήταν διαφορετικές, πιο μυστηριακές, πιο εξωπραγματικές. Γυρίσαμε στην πλατεία, κάτσαμε για φαΐ, δίπλα στο βιβλιοπωλείο Η ΑΔΟΥΛΩΤΗ ΜΑΝΗ του Γιώργου Δημακόγιαννη, και γυρίσαμε στο ξενοδοχείο να ξεκουραστούμε. Οι εντυπώσεις της πρώτης μέρας ήταν πολύ έντονες και η συνέχεια προμηνύονταν ακόμα πιο έντονη.
Καλή σου νύχτα Μάνη! Καλώς σε βρήκαμε!!



Στην αποσκιερή!

ΟΙ Μανιάτες κατοίκησαν τη μεσαία χερσόνησο της Νότιας Πελοποννήσου (Λακωνική), αλλά και τις δυτικές πλαγιές του Ταΰγετου, στο Μεσσηνιακό κόλπο (Μεσσηνιακή). Μορφολογικά υπάρχουν αρκετές διαφορές στις δύο αυτές περιοχές. Η Λακωνική κυριαρχείται από την πέτρα. Ξερή και άγονη περιοχή, είναι ένα σκληρό τοπίο. Τα νερά είναι ελάχιστα αλλά οι Μανιάτες βρήκαν το δέντρο που αντέχει σε αυτές τις συνθήκες και όλη η χερσόνησος καλύπτεται από Ελιές. Ελιές που παράγουν νοστιμότατο καρπό αλλά και μοναδικό λάδι. Ένα άλλο φυτό που ευδοκίμησε πολύ σε αυτόν τον τόπο είναι η Φραγκοσυκιά. Έτσι τα δυο αυτά φυτά είναι που κυριαρχούν όπου ο τόπος μπορεί να «σηκώσει» κάποια καλλιέργεια. Στα γύρω πλάγια μόνο θάμνοι και αγκάθια φυτρώνουν. Η Μάνη αυτή είναι που κυρίως ονομάζουμε έτσι και είναι επίσης γνωστή σαν Μέσα Μάνη. Η ανατολική της πλευρά είναι η Προσηλιακή ενώ η δυτική η Αποσκιερή.

Η Μεσσηνιακή Μάνη έχει πολύ πράσινο μιας και ο Θεϊκός Ταΰγετος φροντίζει γι αυτό με τα νερά του. Το τοπίο είναι πιο ήμερο και κάποια χωριά σκαρφαλώνουν μέχρι τα έλατα. Και εδώ κυρίαρχη είναι η ελιά. Έχει όμως και πολλά ακόμα καρποφόρα, βασική διαφορά με τη Μέσα Μάνη. Αυτή η Μάνη είναι η Έξω Μάνη.


Συννεφιασμένη ξημέρωσε και η επόμενη μέρα. Αυτό βέβαια βοήθαγε το ταξίδι, μιας και ο έντονος ήλιος το κάνει πολύ κουραστικό. Πήραμε το πλούσιο πρωινό μας και ξεκινήσαμε.
Προορισμός μας η Αποσκιερή Μάνη. Από την Αρεόπολη ξεκινά ένας δρόμος που φέρνει ένα γύρω όλη τη Μέσα Μάνη. Αυτός ο δρόμος στα ανατολικά και τα νότια πάει κοντά στη θάλασσα ενώ στα δυτικά κινείται εσωτερικά και με πολλές παρακάμψεις προσεγγίζει τα χωριά και τις παραλίες του Μεσσηνιακού. Όποια παράκαμψη και να κάνεις, είναι σίγουρο πως θα σε φέρει κάπου με ενδιαφέρον. Άλλωστε έχουμε μπει στον κόσμο των Πύργων και των Πυργόσπιτων, κάτι που κυριαρχεί παντού στον ορίζοντα και γίνεται όλο και πιο έντονο όσο πάμε προς τα νότια. Ο οδηγός μας έδινε μερικές ιδέες για αξιοθέατα και επισκέψεις που είχαμε σκοπό να ακολουθήσουμε σε ένα βαθμό, αλλά και να αυτοσχεδιάσουμε, ακολουθώντας και άλλες διαδρομές.
Λίγα χιλιόμετρα μετά την Αρεόπολη, κάνουμε την πρώτη μας παράκαμψη στα Χαριά. Μικρός οικισμός μέσα στις ελιές με μερικούς πύργους σε καλή κατάσταση και το δρόμο να σταματά λίγο μετά και να γίνεται κάτι μεταξύ κακοτράχαλου χωματόδρομου και μονοπατιού. Επιστρέφουμε στον κεντρικό, προσπερνάμε τον Πύργο Διρού, όπου είναι και η διασταύρωση που φέρνει μετά από 5 περίπου χιλιόμετρα στα διάσημα σπήλαια, την Τριανταφυλλιά και τις διάφορες διασταυρώσεις προς ένα σωρό χωριά στα δεξιά μας και κάνουμε μια στάση στο Μοναστήρι της Φανερωμένης που είναι πάνω στο δρόμο.
Μπήκα στην αυλή όπου η εκκλησία ήταν ανοικτή. Είναι γεμάτη με τοιχογραφίες, λαϊκής, κυρίως, τεχνοτροπίας και έχει αρκετό ενδιαφέρον. Από εκεί που είχαμε σταθεί φαινόταν στο βάθος οι ακτές που έδερναν αλύπητα τα κύματα του Μεσσηνιακού, που οφείλονταν στου δυτικούς ανέμους που είχαν ένταση γύρω στα 7 μποφόρ.
Συνεχίσαμε, προσπεράσαμε μερικά ακόμα χωριά και μετά τον Τσόπακα, στρίψαμε δεξιά προς Κουλούμι για να δούμε τη Βυζαντινή εκκλησία των Ταξιαρχών, του 12ου αι. Το χωριό, μικρό κι αυτό με κάμποσους πύργους, αλλά οι Ταξιάρχες πουθενά (!!). Για ταμπέλες ούτε λόγος, οπότε ρωτάμε και μας στέλνουν πίσω, πριν μπούμε στο χωριό, στο νεκροταφείο.
Υπέροχη η εκκλησία αλλά δυστυχώς κλειστή. Μερικές φωτογραφίες απ’ έξω και πάλι στο δρόμο. Λίγο παρακάτω επόμενη παράκαμψη προς το χωριό Έρημος για να δούμε την Αγία Βαρβάρα.
Του 12ου αι κι αυτή βρίσκεται στην άκρη του χωριού, ανάμεσα στις ελιές και ήταν και αυτή κλειστή. Και οι δύο εκκλησίες από τις ομορφότερες της Μάνης. Μερικά μέτρα πιο πέρα από την Αγία Βαρβάρα είναι τα ερείπια μιας μικρής εκκλησίας με ίχνη από τοιχογραφίες.
Και πάλι στο δρόμο και η επόμενη στάση στο χωριό Άγιος Γεώργιος.
Όπου στέκει ο επιβλητικός πολεμόπυργος του Βουδικλάρη και δίπλα του το όμορφο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου (κλειστό και αυτό).
Από τον Άγιο Γεώργιο συνεχίζουμε προς τα δυτικά για να πάμε στο Μέζαπο. Στο βάθος βλέπαμε τη θάλασσα.
Στο ορίζοντα κυριαρχεί το Τηγάνι, η χερσόνησος στη νότια ακτή του κόλπου του Μέζαπου. Ονομάστηκε έτσι από το σχήμα της και πάνω της έχουν βρεθεί αρχαιολογικά κατάλοιπα. Φτάσαμε στον Μέζαπο και τότε είδα ένα από τα πιο εντυπωσιακά τοπία που έχω δει ποτέ. Ο κόλπος είναι, όπως το μεγαλύτερο μέρος των Μανιάτικων ακτών, βραχώδης.
Κάθετα βράχια «πέφτουν» στη θάλασσα και στη βάση ορισμένων από αυτά σχηματίζονται μικρές αμμουδιές. Στο φρύδι του βράχου πάνω από τη θάλασσα στέκει ο οικισμός. Από κάτω η θάλασσα λυσσομανούσε. Οι εικόνες δεν μπορούν να περιγραφούν. Δέος και Θαυμασμός!! Το χωριό απλώνεται σε δύο μικρούς βραχώδεις κόλπους, με διαφορετική μορφολογία αλλά οι εικόνες από την ανταριασμένη θάλασσα ήταν το ίδιο εντυπωσιακές.
Σειρά είχαν δύο όμορφα χωριά, το ένα απέναντι στο άλλο, δεξιά και αριστερά του κεντρικού δρόμου. Η Νόμια και η Κοίτα.
Πρώτα στρίψαμε δεξιά και σύντομα μπήκαμε στη Νόμια με τους όμορφους πύργους και το τσιμεντένιο έκτρωμα στη είσοδο του χωριού. Σύμφωνα με τον οδηγό μας στο χωριό αξίζει να δει κανείς το ναό των Ταξιαρχών και δίπλα τον Πύργο του Μεσίσκλη, λοχαγού του Όθωνα και οπλαρχηγού, το παλαιότερο, ίσως, σωζόμενο πύργο της Μάνης. Πινακίδες δεν υπάρχουν, άνθρωπο δεν είδαμε και έτσι υποθέτω πως η μεγάλη εκκλησία στην άκρη του χωριού πρέπει να είναι αυτή των Ταξιαρχών. Κάτι το παράξενο έδειχνε από μακριά. Οι πόρτες κλειδωμένες αλλά κανένα παράθυρο δεν είχε τζάμια (!!).
Από ένα τέτοιο παράθυρο μπόρεσα να δω μια ολόγυμνη εκκλησία χωρίς σοβά στους πέτρινους τοίχους και λίγα μικρά εικονίσματα στη θέση του ιερού. Έδινε την εντύπωση είτε πως ήταν πια εγκαταλελειμμένη, είτε πως βρισκόταν σε φάση συντήρησης, αν και δεν υπήρχε τίποτα που να δείχνει πως γίνονταν κάποια δουλειά εκεί μέσα ή γύρω. Απέναντι ένας παμπάλαιος πύργος σε αρκετά καλή κατάσταση υποθέτω πως είναι αυτός του Μεσίσκλη.
Στην απέναντι πλαγιά βλέπαμε τη «Πολυπυργού» Κοίτα. Ένα από τα χωριά με τους πολλούς πύργους, άλλους σε κακή και ερειπιώδη κατάσταση αλλά και κάποιοι συντηρημένοι. Στο χωριό αυτό ήταν τόσες πολλές οι μάχες και τα φονικά του γδικιωμού που στα 1870 επενέβηκε ο στρατός μπας και σταματήσει το κακό, που όμως έφτασε μέχρι και στον 20ο αι. Το χωριό είναι πολύ όμορφο και εντυπωσιακό.
Ανεβήκαμε μέχρι ια πλατεία όπου και σταθήκαμε να θαυμάσουμε γύρω μας ένα σωρό πυργόσπιτα. Άλλα συντηρημένα και σε πολύ καλή κατάσταση και άλλα ερείπια. Έβγαλα μερικές φωτογραφίες και κατηφορίσαμε πάλι να βγούμε στον κεντρικό δρόμο και από εκεί να κινηθούμε προς τα νότια. Περάσαμε έξω από το Γερολιμένα με σκοπό να γυρίσουμε αργότερα για φαΐ, περάσαμε μέσα από τα χωριά Άλικα
και Κυπάρισσος και αρχίσαμε να ανηφορίζουμε όταν είδαμε πάνω μας τους εντυπωσιακούς πύργους της Βάθειας. Αν και δεν φαίνονταν ακόμα καλά οι εικόνες ήταν πανέμορφες. Μετά από μερικές ανηφορικές στροφές φτάσαμε στο χωριό. Παρκάραμε σε ένα πλάτωμα και μπήκαμε στο χωριό. Απόλυτη ερημιά! Ψυχή πουθενά! Μόνο δύο ζευγάρια αλλοδαπών τουριστών συναντήσαμε. Περπατήσαμε μέσα στο χωριό, προσπαθήσαμε να θυμηθούμε που είχαμε καθίσει όταν μας πλησίασε εκείνη η γιαγιά 26 χρόνια πριν για μια ολιγόλεπτη συνομιλία,
κάτσαμε σε κάποια πεζούλα να ξεκουραστούμε και να αποθέσουμε ήρεμο βλέμμα στους πέτρινους τοίχους ένα γύρω και τελικά γυρίσαμε στο αυτοκίνητο. Συνεχίζοντας το δρόμο μας προς τα νότια σταματήσαμε και πάλι μερικές δεκάδες μέτρα μετά.
Είχαμε μπροστά μας την καλύτερη θέα της Βάθειας και φυσικά το θέμα χιλιάδων φωτογραφιών, σκορπισμένων σε όλα τα πέρατα αυτού του κόσμου. Είναι η πιο πολύφωτογραφημένη εικόνα της Μάνης. Αφού βγάλαμε τις φωτογραφίες μας συνεχίσαμε για να πάμε στο νοτιότερο μέρος όλης της ηπειρωτικής Ευρώπης. Το Ακροταίναρο. Περάσαμε έξω από το Μαρμάρι με την πολύ όμορφη, πλην φουρτουνιασμένη παραλία του και πήραμε το δρόμο για το Ταίναρο. Φτάσαμε μέχρις εκεί που σταματά ο δρόμος και σταματήσαμε κι εμείς. Υπάρχει και μια ταβέρνα εκεί και μας προβλημάτισε αν ήταν καλύτερα να κάτσουμε εκεί για φαΐ.
Από εκεί ξεκινά ένα μονοπάτι που μετά από περίπου μια ώρα φτάνει μέχρι την άκρη του ακρωτηρίου στο Φάρο. Ήταν όμως εντελώς ακατάλληλες οι συνθήκες για κάτι τέτοιο. Ισχυρός άνεμος και καταμεσήμερο με τον ήλιο, παρά τον αέρα να καίει αφόρητα. Έτσι περιορίστηκα στα πολύ κοντινά που είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα.
Οι αρχαίοι κάτοικοι της περιοχής πίστευαν ότι εδώ ήταν η είσοδος στον κάτω κόσμο. Για Θεό του όμως λάτρευαν τον Ποσειδώνα. Είχαν φτιάξει λοιπόν Ιερό και Νεκρομαντείο στον Ταινάριο Ποσειδώνα που τα ίχνη του βρίσκονται λίγα μόνο μέτρα από εκεί που είχαμε σταματήσει.
Στο χώρο αυτό αργότερα έφτιαξαν,  με τα υλικά από το ιερό, εκκλησάκι αφιερωμένο στους Άγιους Ασώματους (ευθεία παραπομπή στους νεκρούς).
Τα ερείπιά του στέκουν εκεί και είναι τόσο εντυπωσιακά με την εντελώς πρωτόγονη κατασκευή τους που σε συνδυασμό με τις αρχαίες δοξασίες συμβάλουν στο να είναι ο τόπος ενεργειακά πολύ φορτισμένος. Στο εσωτερικό του,
εκεί που ήταν το ιερό μερικά κομμάτια από τις αρχαίες πέτρες παίζουν το ρόλο της Αγίας Τράπεζας ή του Βωμού. Πάνω του έχει αφήσει ο καθένας ότι μπορείς να φανταστείς.
Ανάλογα με την πίστη του καθενός θα δεις πέτρες, κάποιες ζωγραφισμένες, ένα αναπτήρα, ένα τσιγάρο πώματα από μπουκάλια, ένα πήλινο σκεύος, ένα μπουκάλι με ένα κίτρινο υγρό, πιθανά λάδι ή κρασί, κομμάτια σπάγκου και ένα σωρό άλλα αντικείμενα. Και ένας χαρτοφύλακας με βιβλίο επισκεπτών (!!!). Τι ενδιαφέρον μέρος!!
Μπήκαμε και πάλι στο αυτοκίνητο και χωρίς να σταματήσουμε πουθενά φτάσαμε το Γερολιμένα και κάτσαμε για φαΐ. Το χωριό είναι εξαιρετικά εντυπωσιακό και αν και είναι πολύ τουριστικό, κρατά το χαρακτήρα του με τα πέτρινα σπίτια και πυργόπιτα του. Κάποιες πινελιές παραφωνίας δεν είναι ικανές να χαλάσουν τις όμορφες εικόνες.
Εικόνες που γίνονται ακόμα πιο εντυπωσιακές από το μεγάλο βράχο που δεσπόζει στα δυτικά
και τη θάλασσα που αν και αρκετά φουρτουνιασμένη εκείνη τη μέρα, δεν σε αγρίευε.  Φάγαμε τα ψαράκια μας, απολαύσαμε τις εικόνες γύρω μας και ξεκινήσαμε να γυρίσουμε κάνοντας ένα κύκλο στη χερσόνησο Κατωπάγκι όπως τη λένε οι ντόπιοι, και βρίσκεται βορειοδυτικά του Γερολιμένα από τον οποίο ανηφορίσαμε το στενό, φιδογυριστό δρόμο μέχρι το οροπέδιο από πάνω του και το πρώτο χωριό, την Οχιά. Όλα τα χωριά κι εκεί είναι με πυργόσπιτα και πύργους και σε μερικά υπάρχουν βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες. Μια τέτοια, ο Άγιος Νικόλαος, είναι και στο νεκροταφείο της Οχιάς. Δυστυχώς «ντυμένος» με σκαλωσιές για συντήρηση με στέρησε τις ομορφάδες του. Είχα όμως την ευκαιρία να φωτογραφίσω κάτι που το είχα δει αλλά θα το έβλεπα όλο και πιο πολύ.
Το νεκροταφείο μοιάζει με μικρό συνοικισμό!! Κι αυτό γιατί οι οικογενειακοί τάφοι είναι σα μικρά πέτρινα σπίτια ή εκκλησίες με το σταυρό πάνω από την πόρτα(!!).
Συνεχίσαμε, περάσαμε από το χωριό Δρυς και φτάσαμε στην Κηπούλα. Εκεί είδαμε άλλο ένα παράδοξο θέαμα. Το βυζαντινό εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής του 12ου αι. με τα λιθανάγλυφά του έχει αποκτήσει προστατευτικό περίβλημα (!!).
Το Άγιο Δημήτριο. Ο παππούς της Αλίκης Βουγιουκλάκη, πετρομάστορας από το χωριό της προσηλιακής Μάνης Λάγια, έχτισε γύρω από το βυζαντινό εκκλησάκι άλλη εκκλησία μόνο που δεν την ολοκλήρωσε. Την άφησε χωρίς σκεπή.
Έτσι έχουμε δύο εκκλησίες, τη μια μέσα στην άλλη, κάτι σα τις ρώσικες κούκλες, τις ματριόσκες!!
Συνεχίσαμε μέσα στο εντυπωσιακό μανιάτικο τοπίο και φτάσαμε σε ένα πολύ όμορφο χωριό, το Σταυρί.
Λίγες φωτογραφίες και βγήκαμε στον κεντρικό δρόμο στο ύψος της Γαρδενίτσας, λίγο νοτιότερα του Αγίου Γεωργίου. Φτάνοντας στην Αρεόπολη στρίψαμε και κατεβήκαμε στο υπέροχο επίνειό της το Λιμένι.
Και αυτό πια πολύ τουριστικό και πολύ όμορφο. Δεν καθίσαμε και γυρίσαμε στο δωμάτιο για «ανάνηψη».
Αργά το απόγευμα βγήκαμε στην πλατεία για καφέ στην αρχή και μανιάτικη τραβηχτή πίττα στη συνέχεια. Αν και το οδοιπορικό της ημέρας ήταν μακρύ και κουραστικό άφησε αρκετά κενά που ελπίζαμε να καλύψουμε πριν φύγουμε. Στο ξενοδοχείο, λίγο να ενημερώσω το ημερολόγιο της ημέρας, λίγο να φορτώσω τις φωτογραφίες στον υπολογιστή, λίγο ιντερνετική ενημέρωση πέρασε η ώρα και ψόφιος έπεσα για ξεκούραση. Και η άλλη μέρα θα ήταν «μεγάλη». Καλή μας νύχτα!!
 

Περισσότερες φωτογραφίες: https://picasaweb.google.com/106934190911586551442/Mani232852013?noredirect=1



2 σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...