Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012

Θράκη η Τριεθνής! 7. Ελλάδα: Θράκη ΙΙ

(Συνέχεια από: Θράκη η Τριεθνής! 6. Ελλάδα: Θράκη Ι)


6-11 Αυγούστου 2012



Οι Άγιοι της σπηλιάς!

(6 Αυγούστου 2012)

Έχοντας κουραστεί πολύ την προηγούμενη, η μέρα αυτή ήταν της απόλυτης χαλάρωσης (ή σχεδόν, μιας και δεν είναι του χαρακτήρα μας να καθόμαστε και να χαλαρώνουμε).

Νωρίς το πρωί πήγαμε για μπάνιο στην Αγία Παρασκευή. Δεν είχε πλακώσει ακόμα το λεφούσι και έτσι ευχαριστηθήκαμε μπάνιο. Το μεσημέρι παραγγείλαμε από εστιατόριο της πόλης και μας έφερε φαΐ στο ξενοδοχείο. Είχε προχωρήσει το απόγευμα για τα καλά όταν αποφασίσαμε να πάμε μια βόλτα εκεί κοντά.
Ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου μου είχε μιλήσει γι αυτή τη βόλτα. Έλεγε και κάποιες πληροφορίες ο οδηγός μου και είπαμε να πάμε.
Μέσα από την πόλη στρίψαμε για Άβαντα. Ο δρόμος περνά μέσα από μια ιδιαίτερη γειτονιά της πόλης. Τον Μαχαλά. Τη γειτονιά των Τσιγγάνων δηλαδή. Χαμηλά, φτωχικά σπιτάκια (πολλά από αυτά παράγκες φτιαγμένες από κάθε λογής υλικά) δεξιά και αριστερά του δρόμου δίνουν μια εικόνα τελείως διαφορετική από αυτή της υπόλοιπης πόλης και ίσως μια εικόνα που η πόλη δεν θα ήθελε να έχει. Λίγο μετά στα αριστερά μας ένα σπίτι είχε ανάψει την φωτεινή του επιγραφή. «Villa d’ amore»!! Για την αναπτέρωση του ηθικού των φαντάρων μας και όχι μόνο!!!

Γύρω στα 7χμ από την πόλη και αφού έχουμε αφήσει στα αριστερά μας τους δύο εντυπωσιακούς, μεσαιωνικούς πύργους Ποταμού-Άβαντα, μια μικρή ταμπέλα στα δεξιά του δρόμου έδειχνε προς τα αριστερά: «Άγιοι Θεόδωροι» Μπαίνουμε στο βατό χωματόδρομο και αρχίζουμε να πηγαίνουμε παράλληλα με τις γραμμές του τρένου Κομοτηνή-Αλεξανδρούπολη. Από την άλλη μεριά το τελείως ξερό εκείνη την εποχή ποταμάκι με τα πυκνά πλατάνια. Ο δρόμος χώνεται μέσα στο πυκνό πράσινο. Περνάμε δίπλα στον εγκαταλελειμμένο σιδηροδρομικό σταθμό και συνεχίζουμε. Περνάμε κάμποσες φορές κάθετα μέσα από την ξερή κοίτη του ποταμού και πάμε πάντα δίπλα στις γραμμές. Ο δρόμος είναι πολύ βατός και έτσι δεν έχουμε κανένα πρόβλημα. Σε κάποια σημεία το ποτάμι κρατά λίγα στάσιμα νερά και σε ένα δυο σημεία υπάρχει και μια ροή. Μια φορά μάλιστα περνάμε μέσα από το νερό.
Σε λίγο φτάνουμε σε ένα άνοιγμα, ένα μικρό λιβάδι στο οποίο βόσκουν 5-6 άλογα.
Από την άλλη μεριά των γραμμών υπάρχει ένα εικονοστάσι που γράφει: ΑΓΙΟΙ ΘΕΟΔΩΡΟΙ. Εδώ είμαστε. Φτάσαμε. Στη μέση του πουθενά! Αφήνουμε το αυτοκίνητο και περνάμε τις γραμμές.
Πίσω από το εικονοστάσι αρχίζει το μονοπάτι που οδηγεί στη μικρή ρεματιά που φράζεται απέναντι μας από απότομα βράχια.
Σε λίγο το μονοπάτι γίνεται σκαλιά με σωλήνες του νερού για κουπαστή, από τη μια και την άλλη,
και λίγο ακόμα παρακάτω γίνεται πια κανονική σκάλα με περίπου 50 ψηλά και απότομα σκαλιά. Με προσοχή ανεβαίνουμε και φτάνουμε σε μια σπηλιά
που φράζεται με καγκελόπορτα, ανοικτή όμως. Είμαστε πια στο παρεκκλήσι των Αγίων Θεοδώρων. Η ώρα έχει προχωρήσει και δεν βλέπουμε πια τίποτα. Όχι ότι αν ερχόμασταν νωρίτερα θα βλέπαμε πολύ περισσότερα. Η σπηλιά είναι έτσι κι αλλιώς σκοτεινή.
Όταν τα μάτια αρχίζουν να συνηθίζουν αρχίζουμε να διακρίνουμε τα αριστουργήματα που είναι ζωγραφισμένα στα τοιχώματα της σπηλιάς αλλά και στο χτιστό τέμπλο. Τοιχογραφίες που ανάγονται στο 11ο κάποιες και τέλη 12ου- αρχές 13ου αι. κάποιες άλλες. Και παρά την υγρασία του σπηλαίου και τις δύσκολες καιρικές συνθήκες της περιοχής διατηρούνται τόσο καλά σχεδόν μια χιλιετία!! Βρήκαμε ένα μισοκαμένο κεράκι και το ανάψαμε.
Οι τοιχογραφίες φάνηκαν καλύτερα. Φωτισμένες όμως από το φλας της μηχανής φάνηκαν πολύ καλά στις φωτογραφίες. Εξαιρετικές!!
Η κατάβαση στην απότομη σκάλα θέλει ακόμα μεγαλύτερη προσοχή.
Όταν φτάσαμε στο αυτοκίνητο είχε σχεδόν νυχτώσει. Η διαδρομή μέσα στο σκοτεινιασμένο πλατανόδασος στο ποτάμι θύμιζε λιγάκι ταινίες γκραν γκινιόλ.
Όταν βγήκαμε στο δρόμο στρίψαμε αριστερά και μετά από 3χμ φτάσαμε στον Άβαντα, ελπίζοντας να βρούμε κάπου να κάτσουμε για φαΐ, κάτι που αποδείχτηκε φρούδα ελπίδα. Έτσι φύγαμε για την Αλεξανδρούπολη.
Στην πόλη κάτσαμε να τσιμπήσουμε κάτι και γυρίσαμε στο ξενοδοχείο για ύπνο. Μικρή η βόλτα μας εκείνη τη μέρα αλλά πλούσια σε εντυπώσεις. Την άλλη μέρα πάμε για περισσότερα!



Μιναρέδες, μιναρέδες και πάλι μιναρέδες!
(7 Αυγούστου 2012)
Τη μέρα εκείνη είχαμε προγραμματίσει μια μεγάλη βόλτα στα Μουσουλμανικά χωριά και τα Πομακοχώρια, βόρεια της Κομοτηνής, μέχρι τα σύνορα με τη Βουλγαρία. Ανατολική Ροδόπη δηλαδή. 
Δυτική η κατεύθυνση στο ξεκίνημα της βόλτας μας. Μπήκαμε στην Εγνατία για περίπου 16χμ και βγήκαμε με κατεύθυνση τις Σάπες, Ο δεύτερος σε πληθυσμό οικισμός της Ροδόπης, είναι εμπορικό κέντρο της γύρω αγροτικής περιοχής με πληθυσμό και των δύο θρησκευμάτων. Έτσι θα δεις και εκκλησίες και τζαμιά. Τις τελευταίες δεκαετίες εγκαταστάθηκαν εκεί και Πόντιοι από την πρώην Σοβιετική ένωση. Έτσι το «μίγμα» αποκτά ιδιαίτερη «γεύση» αλλά από ότι φαίνεται μάλλον δεν «βρωμάει» και η συμβίωση «καλά κρατεί». Βέβαια το μέλλον θα δείξει αν όντως στηρίζεται σε καλή και γερή συνταγή.
Εμείς δεν σταματήσαμε στις Σάπες, απλά κάναμε μια βόλτα με το αυτοκίνητο και συνεχίσαμε προς τα βορειοδυτικά. Προορισμός μας το χωριό Γρατινή. Τα χωριά στο διάβα μας έχουν έντονο το Μουσουλμανικό στοιχείο, πράγμα που υποδηλώνεται από τους τόσους μιναρέδες που σπαθίζουν τον ουρανό παντού ένα γύρω.
Στη Γρατινή κάτσαμε στην όμορφη, μικρή πλατεία για ένα καφέ. Αν και ήταν σχετικά νωρίς το πρωί, η ζέστη ήταν πολύ έντονη. Λίγο έξω από το χωριό είναι το φράγμα που φτιάχτηκε τα τελευταία χρόνια για τις ανάγκες της περιοχής και την πρωτεύουσας του νομού.
Πήγαμε μέχρι την άκρη του, βγάλαμε φωτογραφίες, γυρίσαμε στο χωριό και ακολουθήσαμε τη διαδρομή για το πιο κοντινό στη Βουλγαρία χωριό της Ροδόπης, την Κύμη.
Ο δρόμος αρχίζει σιγά να ανεβαίνει και το πράσινο να φουντώνει! Πράσινο βουνίσιο! Αν και η Ανατολική Ροδόπη δεν έχει τόσο ψηλά βουνά και εμείς ανεβαίναμε σε λόφους. Ένα γύρω, όπου καλλιέργειες, καπνά και ηλιοτρόπια. Και πάλι όπου οικισμός και μιναρές. Κοντά στο χωριό Κάτω Δροσινή τράβηξε την προσοχή μου μια ασυνήθιστη εικόνα.
Μέσα στο δάσος και κυριολεκτικά στο πουθενά (μιας και το χωριό δεν φαινόταν ένα γύρω) ένα μουσουλμανικό νεκροταφείο. Και όχι να πεις παλιό και εγκαταλελειμμένο, αλλά τωρινό. Μάλιστα στις πλάκες που βάζουν οι μουσουλμάνοι κάθετα, όπως οι χριστιανοί το σταυρό, η διακόσμηση ήταν με έντονο πράσινο χρώμα.
Αφήσαμε δεξιά τη διασταύρωση για Οργάνη και αφού περάσαμε τη ράχη, πιάσαμε την κατηφόρα. Τότε φάνηκε στο βάθος μπροστά μας ένα χωριό. Το τζαμί με το μιναρέ του ήταν αυτό που ξεχώριζε από μακριά.
Μπήκαμε στο χωριό Κάτω Κάρδαμος, αφήνοντας δεξιά τη διασταύρωση για Κύμη. Κι αυτό ένα από τα Πομακοχώρια της περιοχής. Άφησα το αυτοκίνητο έξω από το τζαμί και μπήκα μέσα να πάρω πληροφορίες από τους μαστόρους που δούλευαν εκεί, όπως φάνηκε από το φορτηγάκι τους που ήταν απ’ έξω. Δύο εργάτες δούλευαν στον προθάλαμο του τζαμιού. Ευγενέστατοι μου έδωσαν τις πληροφορίες που ήθελα, με ρώτησαν από πού έρχομαι και αφού τους ευχαρίστησα, τους χαιρέτησα και βγήκα. Εν τω μεταξύ ο Δημήτρης είχε «ανακαλύψει» την εικόνα της μέρας και με φώναξε. Απέναντι από το τζαμί η ανοικτή πόρτα ενός δωματίου, που έμοιαζε με αποθήκη, μας «καλούσε»!
Μέσα ένα σχετικά ηλικιωμένο ζευγάρι κάθονταν σταυροπόδι και βελόνιαζαν καπνά. Μας ρώτησαν από πού ερχόμασταν και ο κύριος μας είπε πως το πιο μακριά που είχε πάει ήταν τα Γιάννενα σα φαντάρος!! Η γυναίκα, που φορούσε τη μαντίλα της μας είπε πως δεν είχε φύγει ποτέ από τα μέρη της. Τους έβγαλα μερικές φωτογραφίες, τους χαιρετήσαμε και φύγαμε.
Πομάκοι. Ένας λαός μοιρασμένος σε τρεις, κυρίως, χώρες, με δική του γλώσσα, που μέχρι πριν λίγα χρόνια δεν γράφονταν και μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα. Βούλγαροι, Τούρκοι και Έλληνες ερίζουν για την καταγωγή αλλά και την ονομασία των Πομάκων, και οι μελετητές της κάθε χώρας, πιστεύουν ο καθένας στη θεωρία που «χαρίζει» τους Πομάκους στη δική του ο καθένας, χώρα. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, για πολλές δεκαετίες, στηριζόμενες στο θρήσκευμα και μόνο, με την πολιτική της απομόνωσης, «χάρισαν» ουσιαστικά τους Πομάκους στην Τουρκία, ταυτίζοντάς τους με τους υπόλοιπους μουσουλμάνους της Θράκης, από τους οποίους έχουν πολλές διαφορές, και εθνολογικές και θρησκευτικές. Πρόκειται για ένα αίνιγμα των Βαλκανίων και ίσως, το τονίζω ίσως, να πρόκειται για τους απογόνους, τα τελευταία κατάλοιπα, των Αρχαίων Θρακών, που λόγω της γεωγραφικής αλλά και «πολιτικής» απομόνωσης, διατήρησαν τα χαρακτηριστικά εκείνα που τους ξεχωρίζουν. Η νέα γενιά βέβαια έχει μπει κι αυτή στο «μίξερ της πολιτιστικής παγκοσμιοποίησης» και αρχίζει να χάνει αυτή την ιδιαιτερότητα των χαρακτηριστικών της. Δεν ξέρω αν το κεφάλαιο ΠΟΜΑΚΟΙ είναι χαμένη υπόθεση πια για τον τόπο μας και κερδισμένη από τους Τούρκους. Ελπίζω κάποια ανοικτά μυαλά, κυρίως από τους ίδιους του Πομάκους να δράσουν με τέτοιο τρόπο για να διατηρήσουν την ταυτότητά τους, συμβάλλοντας έτσι στην πολιτιστική και εθνολογική πολυμορφία του τόπου που ζουν. Λίγη ώρα αργότερα η ελπίδα που εξέφρασα παραπάνω θα μου φαινόταν άπιαστο όνειρο!!
Παίρνοντας το δρόμο προς τα πίσω, αμέσως σχεδόν μετά την έξοδο του χωριού πήραμε αριστερά το χωματόδρομο. Βατός και χωρίς πολλές διασταυρώσεις (μόνο μία βασικά χωρίς πινακίδα που δοκιμάσαμε και τους δύο δρόμους)
περνά από καλλιεργημένα μικρά χωράφια, κυρίως με καπνά.
Αλλού τα νέα φυτά είχαν αρχίσει να φυτρώνουν,
αλλού φύλλα καπνού ξεραίνονταν αρμαθιασμένα, κάτω από νάϊλον. Σε πολλά σημεία είχε θημωνιές για τα ζώα. Θημωνιές που δεν είχα ξαναδεί στα ταξίδια μου στην Ελλάδα. Στη Ρουμανία τις είχα δει για πρώτη φορά και στα βουνά της Βουλγάρικης Ροδόπης λίγες μέρες πριν.
Ένα μεγάλο, όρθιο κοντάρι, μπηγμένο στη γη και γύρω του «χτισμένη» η θημωνιά!
Γύρω στα 7 χιλιόμετρα από τη διασταύρωση και φτάσαμε στο τελευταίο κομμάτι του δρόμου που γίνεται τσιμεντόδρομος και μπαίνει στο χωριό.
Η Κύμη είναι πάνω στα σύνορα με τη Βουλγαρία. Σε λιγότερο από 200 μέτρα μπορείς να μπεις στη Βουλγαρία. Ίσως είναι το πιο κοντινό στη γειτονική χώρα χωριό της Ελλάδας. Είναι όμως ένα χωριό σκέτη θλίψη. Η εγκατάλειψη είναι παντού γύρω εμφανέστατη. Κυριολεκτικά «φωνάζει»! Σκουπίδια παντού. Ποιος να τα μαζέψει άραγε; Η μόνη ανθρώπινη παρουσία που συναντήσαμε ήταν ένας νεαρός που δεν καταλάβαινε λέξη από όσα τον ρωτούσαμε. Ένα σχολείο και απέναντι του ένα τζαμί, χωρίς μιναρέ! Γιατί άραγε; Ενοχλεί κάποιους; Έτσι φαίνεται.
Ήταν τόσο θλιβερές οι εικόνες, που χωρίς καμιά συνεννόηση, κάναμε μανούβρα και φύγαμε!
Φτάσαμε στον κεντρικό δρόμο και αρχίσαμε να πηγαίνουμε προς Κομοτηνή, ώσπου φτάσαμε στη διασταύρωση αριστερά που πάει για την Οργάνη. Σε 6 χιλιόμετρα άσφαλτου φτάναμε στο κεφαλοχώρι. Μεγάλο χωριό η Οργάνη, με σχολεία και υπηρεσίες.
Αμιγώς μουσουλμανικό,
στην είσοδό του σε καλωσορίζει μια χριστιανική εκκλησία (!!!!!!!). Έλα Χριστέ και Παναγία και συ Αλλάχ μαζί!! Στον οδηγό μας διάβασα πως η εκκλησία χτίστηκε τα τελευταία χρόνια για να μπορούν να ανάβουν ένα κεράκι οι χριστιανοί δημόσιοι υπάλληλοι που δουλεύουν στο χωριό και δεν είναι από εκεί (!!!!!). Σιγά μην υπάρχει η παραμικρή ελπίδα να φτιάξουν τα πράγματα μεταξύ των δύο κοινοτήτων! Γι άλλη μια φορά ήμουν μάρτυρας του μεγαλείου του Ελληνικού κράτους!!
Κάναμε βόλτα στο χωριό, έβγαλα μερικές φωτογραφίες και πήραμε το δρόμο της επιστροφής.
Επόμενος προορισμός το χωριό Νυμφαία, βόρεια της Κομοτηνής. Για να πάμε όμως εκεί έπρεπε να κατέβουμε μέχρι τη Γρατινή και να ανηφορίσουμε και πάλι, μιας και βρίσκεται πιο δυτικά από τα χωριά που μόλις είχαμε πάει. Ο οδηγός μας έλεγε για ένα όμορφο δάσος στο οποίο καταφεύγουν συχνά ι κάτοικοι της Κομοτηνής όταν σφίγγουν οι ζέστες. Περάσαμε πολύ πράσινο μέχρι το χωριό. Δεν ξέρω αν είναι αμιγές μουσουλμανικό,
αλλά στην «πλατεία» που βρήκαμε, είδαμε μια βρύση με οθωμανική (αραβικού τύπου) γραφή
και έναν άμβωνα, έτσι στο ξεκάρφωτο στη μέση της! Φυσικά αν πρόκειται για άμβωνα και όχι για κάτι άλλο, που δεν μπόρεσα να καταλάβω τι! Δε συναντήσαμε ψυχή. Αν δεν έβλεπες ότι τα σπίτια δεν είναι ερείπια, θα μπορούσες να πιστέψεις ότι είναι ακατοίκητο το χωριό! Κάτω από την «πλατεία» ξεχύνεται μια καταπράσινη ρεματιά, αλλά τρόπο να μπεις σε κάποιο δάσος δεν βρήκαμε. Είδαμε όμως απέναντι ένα καινούριο, καταπληκτικό δρόμο που η κατασκευή του είναι σε εξέλιξη, με γέφυρες και τούνελ. Ακολουθήσαμε το δρόμο που είχαμε έρθει και αυτός τελειώνει στο εργοτάξιο της κατασκευής του νέου δρόμου. Όπως μάθαμε αργότερα πρόκειται για το νέο δρόμο που θα φτάσει μέχρι τα σύνορα στο φυλάκιο που παραμένει κλειστό δεκαετίες τώρα, και πρόκειται να επαναλειτουργήσει, δημιουργώντας άλλο ένα σημείο εισόδου-εξόδου με τη Βουλγαρία.
Το μεσημέρι είχε περάσει προ πολλού και εμείς δεν είχαμε βρει κάπου να φάμε. Τα στομάχια μας βρισκόταν σε κατάσταση «υστερίας»!! Πήραμε το δρόμο για την Κομοτηνή, αλλά διαβάζοντας στον οδηγό ότι στο χωριό Πάνδροσος έχει καλές ταβέρνες είπαμε να δοκιμάσουμε την τύχη μας μπαίνοντας μέσα μιας και ανεβαίνοντας δεν είχαμε δει καμιά πάνω στο δρόμο. Βρήκαμε και κάτσαμε. Το χωριό έχει πολύ πράσινο που πάσχιζε εκείνο το μεσημέρι να δικαιολογήσει το όνομά του. Μάταια! Η ζέστη ήταν αφόρητη και ο Πάνδροσος δεν μας δρόσισε καθόλου. Απλά μας χόρτασε!
Απογευματάκι και ψάχνουμε για καφέ. Πέφτει η ιδέα για θάλασσα και Μαρώνεια. Καλή η ιδέα αλλά από κάποιο λάθος το GPS μας πάει προς τα ανατολικά. Φτάνουμε στο χωριό Ήπιο κοντά στη Νέα Σάντα. Στην πλατεία σταματάμε να ρωτήσουμε. Το χωριό αυτό, σε αντίθεση με όσα είχαμε επισκεφτεί εκείνη τη μέρα, είχε κόσμο. Άλλοι κάνανε βόλτα, άλλοι κάθονταν σε παγκάκια και αρκετά παιδιά έπαιζαν ένα γύρω. Το μάτι μου έπεσε σε ένα τζαμί που φτιαχνόταν εκεί στην άκρη της πλατείας. Βρισκόταν στα τελευταία στάδια της κατασκευής του, αν και οι σκαλωσιές ήταν ακόμα στη θέση τους. Βλέποντάς το ανοικτό «όρμησα»!!
Όμορφο κτίσμα με πλακάκια με πολύ ωραία σχέδια και χρώματα στους τοίχους. Βγαίνοντας συνάντησα ένα κύριο που ερχόταν. Με πληροφόρησε πως είναι νέο το τζαμί και πως το χωριό δεν είχε μέχρι τώρα (!!).
Κόντευε να σκοτεινιάσει όταν φτάσαμε στην παραλία Άγιος Χαράλαμπος στη Μαρώνεια. Κάτσαμε για ένα καφέ και μετά στα γρήγορα μιας και το σκοτάδι ερχόταν με γρήγορο ρυθμό, βόλτα και φωτογραφίες
στο Παλαιοχριστιανικό λουτρό κοντά στη θάλασσα,
τα ερείπια της Ρωμαϊκής Αγοράς πάνω στο δρόμο στην είσοδο του οικισμού και σκοτάδι πια
στην Οικία με το ψηφιδωτό δάπεδο (3ος π.Χ. αι.), το μόνο επισκέψιμο από αρκετά που έχουν βρεθεί στην περιοχή. Γενικά η Μαρώνεια είναι ένας αρχαιολογικός χώρος, τον οποίο αφήσαμε για μελλοντική επίσκεψη στη Θράκη.
Ήταν αργά το βράδυ σαν φτάσαμε στο ξενοδοχείο. Πολύ κουρασμένοι και γεμάτοι με αντιφατικά συναισθήματα που γέννησαν αυτά που είδαμε και ο προβληματισμός μας στην προσπάθεια ερμηνείας τους.



Η Μεσημβρία που έγινε Ζώνη, τα μεταλλεία και οι μεσαιωνικοί πύργοι στο μισοσκόταδο!
(8 Αυγούστου 2012)
Ήταν τον 7ο αιώνα πριν το Χριστό, όταν Σαμοθρακίτες αρχίζουν να φτιάχνουν σταθμούς στα απέναντί τους παράλια της Θράκης. Σταθμοί που θα εξελιχθούν σε πόλεις με πλούτο και ακμή στα χρόνια του 5ου και του 4ου αι. π.Χ. Οι εγκαταστάσεις αυτές, που ο Ηρόδοτος ονόμασε «Σαμοθρηΐκεα τείχεα», αποτέλεσαν την Περαία της Σαμοθράκης. Στις πηγές αναφέρονται τουλάχιστον 4 πόλεις στα κλασσικά που θα γίνουν έξι στα ρωμαϊκά χρόνια. Από όλες αυτές μόνο μία έχει εντοπιστεί και συνεχώς ανασκάπτεται. Τα δεδομένα από την ανασκαφή ανέτρεψε την παλαιότερη άποψη ότι πρόκειται για την Αρχαία Μεσημβρία, κάτι που το συναντάς σχεδόν σε όλους τους οδηγούς. Σήμερα οι αρχαιολόγοι πιστεύουν πως πρόκειται για τη σπουδαιότερη απ’ όλες αυτές, την Αρχαία Ζώνη.
Ο αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται περίπου 20 χιλιόμετρα δυτικά της Αλεξανδρούπολης.
Απλώνεται στην πλαγιά, ακριβώς πάνω από μια καταπληκτική παραλία. Και είναι μεγάλος, πράγμα που δείχνει το μέγεθος και την ακμή της πόλης.
Τη μέρα εκείνη χωρίσαμε τις δραστηριότητές μας από τους φίλους μας. Κάτι οι πολλές ώρες οδήγησης της προηγούμενης, κάτι που αυτοί θέλανε να πάνε στα βόρεια του νομού, στην περιοχή του Άρδα και κάτι που θέλαμε μια πιο χαλαρή μέρα, αυτοί ξεκινήσανε πιο νωρίς για τα βόρεια και εμείς λίγο πριν το μεσημέρι πήγαμε να δούμε την Αρχαία Ζώνη. Δυστυχώς ο ήλιος έκαιγε τα πάντα ανελέητα και ο καύσωνας ήταν σε πλήρη εξέλιξη. Έτσι η επίσκεψη αποδείχτηκε αρκετά επίπονη, όσο και ενδιαφέρουσα.
Ο ξύλινος διάδρομος που πάει σε όλα τα τμήματα της πόλης διευκολύνει πολύ την περιήγηση. Περνάει από όλα τα βασικά σημεία της ανασκαφής. Τα θεμέλια από τη μοναδική σωζόμενη πύλη, ένα πατητήρι,
ένα τεράστιο ηθμό (σουρωτήρι) που χρησίμευε για το σούρωμα του μούστου που έτρεχε από το πατητήρι στα δοχεία συγκέντρωσής του
και τα θεμέλια πολλών κτιρίων με βασικότερα τον Ναό του Απόλλωνα και το Ιερό της Δήμητρας.
Τελείωσα με τον αρχαιολογικό χώρο και ένοιωθα πως βρισκόμουν στα όρια της θερμοπληξίας. Γέμισα το καπέλο με παγωμένο νερό από τον ψύκτη και το φόρεσα έτσι μπας και συνέλθω λίγο. Έκατσα στη σκιά και σιγά-σιγά ήρθα κάπως στα συγκαλά μου.
Γυρνώντας προς το ξενοδοχείο πήραμε κάτι να τσιμπήσουμε στο δωμάτιο και ξαπλώσαμε να συνέλθουμε από τη ζέστη.
Ήταν απόγευμα όταν μπήκαμε στο αυτοκίνητο για άλλη μια κοντινή βόλτα. Στα βορειοδυτικά της Αλεξανδρούπολης, κάτι λιγότερο από 30 χιλιόμετρα, είναι το χωριό Κίρκη. Τι περίεργο όνομα! (Για την προέλευση του ονόματος  εδώ) Για να φτάσεις ακολουθείς ένα δρόμο που ανεβαίνει και κατεβαίνει σε δασώδεις λόφους. Πυκνό δάσος με πεύκα χαρίζει υπέροχες εικόνες στη διαδρομή μέχρι την Κίρκη. Συμπαθητικό το χωριό, έχει ένα ωραίο σιδηροδρομικό σταθμό, από τον οποίο περνά ο πολύ καλός χωματόδρομος, που ξεκινά από το χωριό και φτάνει μέχρι τον άσφαλτο που πάει από την Αλεξανδρούπολη στον Άβαντα.
Στα αριστερά του χωματόδρομου βρίσκονται τα απομεινάρια των μεταλλείων της περιοχής. Τα μεταλλεία αυτά έχουν μια πολυτάραχη ιστορία, ξεκινώντας από την εποχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, το 1880 και αφού πέρασαν σε πολλά και διάφορα χέρια (έλληνες, άγγλοι, αυστριακοί, γερμανοί, βούλγαροι και αμερικάνοι ιδιοκτήτες εναλλάσσονταν) έπαψαν να λειτουργούν λίγο μετά το Β΄ Π.Π. έχοντας κάνει μεγάλη οικολογική καταστροφή στην περιοχή και αφήνοντας ερειπωμένα κτίρια, αιωρούμενους κάδους μεταφοράς και σωρούς σκουριάς, που, σύμφωνα με κάποιες πηγές, πιθανά είναι τοξική!!
Δεν παύει βέβαια να αποτελεί μια ξεχωριστή εικόνα, την οποία και πήγαμε να δούμε.
Βγαίνοντας στο άσφαλτο πήραμε το δρόμο για την πόλη.
Σουρούπωνε όταν σταμάτησα να βγάλω μερικές φωτογραφίες τους δύο μεσαιωνικούς πύργους που βρίσκονται δίπλα στο δρόμο ανάμεσα στα χωρά Άβας και Ποταμός. Πιθανά κτίστηκαν από τους Φράγκους πάνω στο ύψωμα, στα 1430 και ανήκουν στο κάστρο που έλεγχε τα περάσματα της περιοχής. Υπάρχει και τρίτος από την πίσω πλευρά του υψώματος, αλλά δεν φαίνεται από το δρόμο. Δυστυχώς έχουν αφεθεί στη μοίρα τους και σιγά-σιγά καταρρέουν.
Το ξενοδοχείο που μέναμε μας το είχε προτείνει ένα ζευγάρι ντόπιων με τους οποίους είχαμε «γνωριστεί» μέσω ενός ταξιδιωτικού φόρουμ στο διαδίκτυο. Φαίνεται πως είχε έρθει η ώρα να τους γνωρίσουμε και στην πραγματικότητα. Ένα τηλεφώνημα εκείνο το πρωί και το ραντεβού για το βράδυ κλείστηκε. Στην Αγία Παρασκευή της Μάκρης βρεθήκαμε, γνωριστήκαμε, ήπιαμε «μια» μπύρα και κυρίως είπαμε πολλά για τα ταξίδια μας και τις εντυπώσεις μας από το συγκεκριμένο ταξίδι. Έτσι όμορφα και δροσερά έκλεισε εκείνη η μέρα. Το ταξίδι μας σιγά-σιγά πλησίαζε στο τέλος του!!

Διαδρομές που κάποτε ήταν πυκνά δάση και κάποιες που είναι παραδεισένιες ακόμα!
(9 Αυγούστου 2012)
Το πρωί κατέβηκα στην πόλη για κάποιες δουλειές που είχα και πέρασε αρκετή ώρα μ’ αυτές. Στη συνέχεια ξεκινήσαμε για την τελευταία εκδρομή στην περιοχή και του ταξιδιού μας γενικότερα.
Στον οδηγό μας είχαμε διαβάσει για μια διαδρομή που ο- πάντα κοντά μας- χάρτης της ROAD είχε με πράσινο που σημαίνει γραφική, Είναι η διαδρομή Αλεξανδρούπολη-Λουτρά Αδριανούπολης-Δαδιά από μέσα. Όχι δηλαδή, από τον κεντρικό που πάει Σουφλί και μετά Δαδιά.
Περάσαμε πρώτα από το χωριό Νίψα, κάνοντας μια ωραία διαδρομή σε λόφους, αλλού σπαρμένους, αλλού δασώδεις. Από τη Νίψα πήραμε το δρόμο προς τα ανατολικά για τα Λουτρά Αδριανούπολης. Λίγο μετά τα Λουτρά «ξεκινά» το δάσος. Μόνο που πέρυσι μια τεράστια φωτιά προκάλεσε μια φοβερή καταστροφή απειλώντας και το προστατευόμενο δάσος της Δαδιάς. Έτσι, ένα μεγάλο μέρος της διαδρομής, αντί να μας δημιουργήσει αισθήματα μοναδικής ευφορίας, μας φιλοδώρησε με ένα κόμπο στο στομάχι και έκανε την ψυχή μας να κλάψει. Ευτυχώς ένα κομμάτι γλύτωσε για να μας δώσει να καταλάβουμε τι «παράδεισος» ήταν αυτό το δάσος και να δικαιώσει τον οδηγό και το χάρτη για τις προτάσεις τους! Απολαύσαμε λοιπόν αυτό που έχει μείνει, σταματήσαμε να αναπνεύσουμε λίγο από εκείνη την ομορφιά και να ευχηθούμε ολόψυχα, να μην έχει την τύχη του προηγούμενου κομματιού. Φτάσαμε στον χώρο της υποδοχής του προστατευόμενου δάσους της Δαδιάς, φάγαμε τα σάντουιτς που είχαμε μαζί και παραγγείλαμε καφέδες στο καφέ που υπάρχει εκεί.
Γυρίσαμε πίσω από τον κεντρικό δρόμο. Κάτσαμε στην πόλη για φαΐ. Την άλλη μέρα το πρωί είχε αναχώρηση.   



Στη λίμνη των σκανδάλων-Επιστροφή!
(10-11 Αυγούστου 2012)
Αργά το πρωί ξεκινήσαμε αφού πληρώσαμε και φορτώσαμε. Είχαμε κανονίσει να σπάσουμε τη διαδρομή με μια ακόμα διανυκτέρευση στην Παραλία Βρασνών, κοντά στην Ασπροβάλτα. Στο ίδιο ξενοδοχείο που είχαμε μείνει και στο ξεκίνημα του ταξιδιού μας. Δεν είχαμε όμως τελειώσει με τη Θράκη, και δεν εννοώ τις πολλές εκκρεμότητες που αφήσαμε για επόμενο ταξίδι. Είπαμε φεύγοντας να περάσουμε να δούμε ένα τόπο πολυφωτογραφημένο, που έγινε ιδιαίτερα γνωστός τα τελευταία χρόνια χάρη σε ένα σκάνδαλο στο οποίο μπλέχτηκαν τα ονόματα πολιτικών και μοναχών. Φυσικά μιλώ για το σκάνδαλο της Μονής Βατοπεδίου και τις ανταλλαγές περιουσιακών στοιχείων με περιοχές της Λίμνης Βιστωνίδας. Εκεί λοιπόν θα σταματάγαμε στο δρόμο μας για τη Μακεδονία.
Στα νοτιοδυτικά του νομού Ροδόπης υπάρχουν μερικές μικρές λίμνες και λιμνοθάλασσες. Υπάρχει όμως και μια μεγάλη λίμνη, μοιρασμένη στους νομούς Ροδόπης και Ξάνθης. Η Βιστωνίδα. Ανάμεσα στη Βιστωνίδα και τις μικρές λίμνες της Ροδόπης βρίσκεται το πιο τουριστικό μέρος της τελευταίας. Το Φανάρι. Μεγάλη παραλία, ξενοδοχεία, κάμπινγκ και γενικά τουριστική υποδομή. Κάναμε λοιπόν εκεί μια μικρή στάση, ρίξαμε μια ματιά, δεν μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση και συνεχίσαμε. Έξι χιλιόμετρα μετά μπήκαμε στη στενή λωρίδα γης που χωρίζει τη Βιστωνία από τη θάλασσα.
Στην αρχή της υπάρχει ένας χώρος με μερικές Σαρακατσάνικες καλύβες (!!). Σταματήσαμε για λίγες φωτογραφίες και συνεχίσαμε. Σε περίπου 5χμ φτάσαμε στον Άγιο Νικόλαο.
Μετόχι της Μονής Βατοπεδίου είναι χτισμένο σε ένα νησάκι και επικοινωνεί με μια γέφυρα.
Μια δεύτερη γέφυρα οδηγεί σε ένα δεύτερο νησάκι όπου είναι χτισμένη η εκκλησία της Παντάνασσας. Γύρω από τα νησάκια και τις γέφυρες καλαμιές και νεροπούλια. Όμορφος, πολύ όμορφος ο τόπος. Αν δεν σκιαζόταν και από τις πράξεις των «αγίων»……!!
Αφήσαμε το αυτοκίνητο στο πάρκινγκ και με τα πόδια επισκεφτήκαμε τις δύο εκκλησίες. Ωραίο το διάλειμμα και ξανά στο αυτοκίνητο.
Μπαίνουμε στην Ξάνθη και λέμε να σταματήσουμε για καφέ. Θέση στάθμευσης στο κέντρο ούτε για δείγμα. Τουλάχιστον για μένα, μιας και ο φίλος μας βρήκε. Έτσι χωρίσαμε. Αυτοί κάτσανε για καφέ και εμείς πήραμε το δρόμο, με σκοπό να κάτσουμε κάπου για φαΐ. Μπήκαμε στην Εγνατία και μετά την Καβάλα κατεβήκαμε στην παραλία. Κινηθήκαμε παραλιακά και σταματήσαμε στην Παραλία Οφρυνίου.
Το βράδυ βγήκαμε για βόλτα και φα στην Παραλία των Βρασνών.
Το πρωί χωρίσαμε με τους φίλους μας, μιας και είχαμε διαφορετικό προορισμό και αργά το απόγευμα φτάσαμε στο σπίτι μας. Τέλειωσε κι αυτό το ταξίδι μας. Κράτησε κάτι περισσότερο από 3 εβδομάδες, ταξιδέψαμε σε τρεις χώρες και γνωρίσαμε εξαιρετικά ενδιαφέροντες τόπους και ιστορία. Αν και η αφόρητη ζέστη μας ταλαιπώρησε αφάνταστα, θεωρώ το εαυτό μου πολύ πιο πλούσιο μετά από αυτό.
Εύχομαι σύντομα να βρεθούμε και πάλι σε δρόμους του δικού μας ή ξένων τόπων για να μαζέψουμε και πάλι εικόνες και εμπειρίες. Πλούτο ζωής δηλαδή!!

Περισσότερες φωτογραφίες: https://picasaweb.google.com/112333101407674010719/Thrace31082012 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...