Φθινόπωρο στην Ελβετία, μέρος 6ο
(συνέχεια από Στα «δίγλωσσα»μεσαιωνικά τείχη!)
Την επομένη το πρωί κάτσαμε στο σπίτι. Το απόγευμα θα πηγαίναμε για καφέ στη Βέρνη, στο σπίτι της κόρης της Ανίτας, που μας είχε καλέσει. Θα φεύγαμε όμως μετά το μεσημεριανό για μια ακόμα επίσκεψη. Όμως και μετά τον καφέ κάπου θα πηγαίναμε, αλλά ο Βέρνερ μας το κράταγε για έκπληξη.
Μετά
το μεσημεριανό μας γεύμα ήπιαμε ένα καφέ και μπήκαμε στο αυτοκίνητο. Μετά από
περίπου 20χμ, προς τα βόρεια φτάσαμε.
Κοντά
στη λίμνη Morat/Murten, στη
Ν.Δ. της άκρη είναι η Avenches.
Έχει λίγο περισσότερους από 4000 κάτοικους, ενώ στη μεγάλη της ακμή, το 2ο
αι είχε μέχρι 20000.
Οι
ρίζες της πόλης πρέπει να αναζητηθούν στην εποχή των Κελτών. Μια φυλή παλαιών «Ελβετών»
(Helvetii) είχε κτίσει έναν οικισμό
στους λόφους του Bois de Châtel, νότια του κατοπινού, μεγαλύτερου ρωμαϊκού.
Αν και δεν είναι σαφές πότε ακριβώς δημιουργήθηκε ο οχυρός ρωμαϊκός οικισμός Aventicum, φαίνεται πως αυτό έγινε στις αρχές του 1ου
αι. Τους επόμενους αιώνες η πόλη άκμασε και έγινε η πρωτεύουσα της
επαρχίας. Το όνομα προέρχεται από τη θεά της άνοιξης των Ελβετών, Aventia.