2006, στο Πήλιο, τη Μακεδονία και … λίγο από Θράκη! Μέρος 1ο
Η χρονιά που πέρασε ήταν δύσκολη για μας. Η κόρη μας έδινε Πανελλήνιες εξετάσεις και φυσικά όλη η οικογένεια ήταν επί ποδός πολέμου. Ευτυχώς όλα πήγαν αρκετά καλά και περιμέναμε τα αποτελέσματα. Τις φετινές διακοπές θέλαμε να τις περάσουμε κάπου στην Ελλάδα που δεν είχαμε ξαναπάει. Το κουβεντιάσαμε με τους φίλους μας, πέσανε διάφορες ιδέες και καταλήξαμε στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θάσο. Με εξαίρεση ένα διήμερο το 1993 στην Κερκίνη και τις Σέρρες που είχαμε πάει από τη Χαλκιδική που κάναμε τότε διακοπές, δεν είχαμε βρεθεί ποτέ εκεί πάνω.
Η κόρη μας
θα πήγαινε μια εβδομάδα στη φίλη της στην Πάτρα και οι δυο μαζί θα έρχονταν
αργότερα να μας βρούνε. Είχαμε στη διάθεσή μας κάτι παραπάνω από 3 εβδομάδες
και μιας και το ταξίδι ήταν μεγάλο αποφασίσαμε να το συνδυάσουμε σπάζοντάς το
με δύο πενθήμερα. Ένα στο Πήλιο, πηγαίνοντας και ένα στη χερσόνησο της
Κασσάνδρας (το πρώτο πόδι) της Χαλκιδικής, στο γυρισμό. Έτσι το πρόγραμμα
βγήκε: 5 νύχτες στο Πήλιο, 8 νύχτες σε Ανατολική Μακεδονία (και λίγο από
Θράκη), 5 νύχτες στη Θάσο και 5 νύχτες στην Κασσάνδρα. Σύνολο 24 μέρες. Ούτε
λίγο, ούτε πολύ για μια τόσο μεγάλη περιοχή.
20-24 Ιουλίου 2006
Άφιξη
Ήταν 20 του
Ιούλη όταν ξεκινήσαμε από την Αθήνα. Προορισμός μας η Κάτω Γατζέα, λίγο
μετά το Βόλο στον Παγασητικό. Η διαμονή θα γινόταν για εμάς στο «τεσσάρων
αστέρων» που κουβαλούσαμε στο αυτοκίνητο. Την αγαπημένη μας σκηνή! Οι φίλοι μας
στο δικό τους τετράστερο ……. τροχόσπιτό! Το κάμπινγκ είναι πολύ καλό και με
ανέλπιστα καλή θάλασσα (μιας και ήταν μέσα στον Παγασητικό και αρκετά κοντά στο
Βόλο). Όταν φτάσαμε οι φίλοι μας ήταν εκεί, είχαν στήσει και είχαν κρατήσει και
θέση δίπλα για εμάς. Στήσαμε κι εμείς και πήγαμε να ρίξουμε την πρώτη μας
βουτιά. Το υπόλοιπο της μέρας μας το περάσαμε «μέσα».
Έξω
από τα συνηθισμένα
Είναι η 5η
φορά που είμαστε στο Πήλιο, η 4η καλοκαίρι! Είναι το μέρος που ερχόμαστε κατά
διαστήματα, πάλι και πάλι. Τον αγαπάμε αυτόν τον τόπο! Αυτή τη χρονιά θέλαμε να
δούμε κάποια μέρη που δεν είχαμε δει τις προηγούμενες φορές. Όπως η εκδρομή που
αποφασίσαμε για σήμερα στην άκρη του μυθικού αυτού τόπου. Τρίκερι!
Η
κατεύθυνση νοτιοανατολική και καταπράσινη μέχρι τη διασταύρωση που πάει
αριστερά για το βορειοανατολικό Πήλιο και δεξιά για νότιο. Από εκεί και κάτω η
ελιά έρχεται σιγά-σιγά να αντικαταστήσει την πλούσια βλάστηση των φυλλοβόλων,
κάνοντας, μαζί με τα πεύκα, το τοπίο πιο «μεσογειακό».
Έχοντας στα δεξιά μας τα γαλάζια νερά του Παγασητικού και οδηγώντας σχετικά αργά στον όλο στροφές δρόμο φτάσαμε μετά από μιάμιση ώρα περίπου στο Τρίκερι.
Το χωριό
χτισμένο ψηλά διαφεντεύει το ομώνυμο ακρωτήριο στην άκρη του «λυγισμένου
δάχτυλου»!
Το χωριό δεν μοιάζει με τα άλλα τα τυπικά Πηλιορείτικα χωριά. Βέβαια είναι κι αυτό «πηγμένο» στο πράσινο αλλά θυμίζει περισσότερο τα χωριά των Σποράδων. Είναι πολύ όμορφο!
Μια μεγάλη βόλτα στα ανηφορικά καλντερίμια μας έδωσε την ευκαιρία να δούμε το χωριό και να βγάλουμε αρκετές φωτογραφίες. Κάτσαμε στη δροσερή πλατεία και τσιμπήσαμε το κατιτί μας μιας και είχε μεσημεριάσει. Απολαμβάνοντας τη δροσιά, τη χαλάρωση και την ηρεμία του καλοκαιρινού μεσημεριού σε αυτό το όμορφο περιβάλλον πέρασε η ώρα της μεγάλης κάψας και αποφασίσαμε να κατέβουμε στο επίνειο του χωριού, την Αγία Παρασκευή.
Χτισμένη σε ένα μικρό κόλπο που βλέπει προς τη μεριά της απέναντι Στερεάς και την Εύβοια, μας υποδέχτηκε με ένα πολύ γραφικό καρνάγιο.
Τα καΐκια και οι βάρκες πάνω στα ικριώματα για συντήρηση, είναι μια εικόνα πολύ «θαλασσινή», πολύ Ελληνική!!
Άλλα πλεούμενα λικνίζονται στα γαλαζοπράσινα νερά στο γραφικό λιμάνι με τα αρμυρίκια. Κάτω από ένα τέτοιο αρμυρίκι κάτσαμε για τον καφέ μας, δίπλα ακριβώς στη θάλασσα. Η δροσιά της θάλασσας δεν περιγράφεται με λόγια, δεν αποτυπώνεται σε εικόνες: Τη ζεις απλά και μένει αξέχαστη όσα χρόνια κι αν περάσουν!
Πήραμε το
δρόμο της επιστροφής ανηφορίζοντας προς το Τρίκερι και από εκεί με βόρεια
κατεύθυνση, περάσαμε την Αργαλαστή και λίγα χιλιόμετρα μετά στρίψαμε δεξιά για
Συκή. Είχαμε ακούσει για δύο παραλίες, προς τη μεριά του Αιγαίου και θέλαμε να
δούμε περί τίνος πρόκειται.
Πρώτη παραλία το Ποτόκι. Μικρή παραλία με βότσαλο. Τα βράχια δεξιά και αριστερά πέφτουν σχεδόν κάθετα. Τα λιγοστά, λόγω εποχής, νερά ενός χειμάρρου φτάνουν μέχρις εκεί και χύνονται στο Αιγαίο. Για να φτάσει κανείς στην παραλία πρέπει να περάσει μέσα από το χείμαρρο, κάτι που δεν ήταν δύσκολο. Δεν ξέρω όμως τι θα συμβαίνει άλλη εποχή με περισσότερο νερό.
Η θάλασσα είχε πολύ κύμα και έτσι παρ’ όλο που πολύ θα θέλαμε ένα μπανάκι δεν το αποφασίσαμε,
αν και κάποιοι τολμηροί κολυμπούσαν όταν φτάσαμε. Περιοριστήκαμε να θαυμάσουμε και να βγάλουμε φωτογραφίες.
Η δεύτερη
παραλία ήταν του Πανταζή. Είναι λίγο πιο βόρεια, στην ίδια περιοχή. Από το
Ποτόκι ανεβήκαμε στη Συκή και ρωτήσαμε. Χρειάστηκε να ρωτήσουμε δυο τρεις φορές
μιας και μπερδευτήκαμε στους πολλούς χωματόδρομους που βρήκαμε στο δρόμο μας.
Πρόκειται για μια παραλία ανοικτή στο πέλαγος, με χοντρό βότσαλο. Διάφορα βράχια πετάγονται μέσα από τη θάλασσα εδώ και κει. Η πρόσβαση είναι πιο δύσκολη από το Ποτόκι.
Και εδώ η θάλασσα ήταν αγριεμένη και έτσι και σ’ αυτή περιοριστήκαμε σε εικόνες, που ήταν όμορφες!
Ξανά πίσω
στο δρόμο με κατεύθυνση αυτή τη φορά το Βόλο. Περάσαμε το κάμπινγκ
και κάναμε μια στάση στα Άνω Λεχώνια. Θέλαμε να ρωτήσουμε για το τρενάκι. Μάθαμε λοιπόν πως εκείνη την εποχή, κάθε Σαββατοκύριακο έκανε τη διαδρομή μέχρι τις Μηλιές! Φυσικά η απόφαση για το πρόγραμμα της επομένης πάρθηκε ομόφωνα!!
Άλλη μια
μικρή στάση στην Αγριά και μετά στην πόλη. Σούπερ Μάρκετ για μερικά ψώνια και μετά μια βόλτα από τον
υπέροχο Σιδηροδρομικό Σταθμό και από εκεί στην παραλία για φαΐ. Η μέρα τελείωσε
με παγωτό μιας και σήμερα ήταν μέρα γενεθλίων. Να τα εκατοστίσεις!!!! Πάντα
τέτοια!
Η
ημέρα του «Μουτζούρη»!
Μετά από
ένα καλό πρωινό φύγαμε νωρίς για να προλάβουμε το τρενάκι.
Στο σταθμό των Άνω Λεχωνίων είχε μαζευτεί αρκετός κόσμος. Πήραμε κι εμείς τα εισιτήριά μας, ανεβήκαμε στο τρένο να πιάσουμε θέσεις και κατεβήκαμε, μιας και είχαμε αρκετή ώρα μέχρι την αναχώρησή μας.
Στα πλαίσια
της πολιτικής του Χαρ. Τρικούπη για τη σιδηροδρομική σύνδεση των διαφόρων
περιοχών της χώρας, κατασκευάζεται το 1895 το πρώτο κομμάτι της σύνδεσης του
Βόλου με τα χωριά του Πηλίου, Βόλος-Άνω Λεχώνια. Η γραμμή θα επεκταθεί 8 χρόνια
αργότερα μέχρι τις Μηλιές. Την κατασκευή ανέλαβε ο Ιταλός μηχανικός Εβαρίστο
ντε Κίρικο (Evaristo De Chirico), πατέρας του διάσημου υπερρεαλιστή ζωγράφου
Giorgio de Chirico. Για την κατασκευή χρειάστηκε να γίνουν πολλά έργα. Πέτρινες
γέφυρες με μια, δυο, τρεις, τέσσερις και πέντε καμάρες και μια μεταλλική,
σήραγγες, τοίχους αντιστήριξης κλπ. Μέχρι το 1950 εξυπηρετούσε σε μεγάλο βαθμό
τις ανάγκες της πόλης σαν τραμ! Σταμάτησε οριστικά τη λειτουργία του το 1971.
25 χρόνια μετά, χάρη στον αδιάκοπο αγώνα διαφόρων φορέων και προσωπικοτήτων, ο
«Μουτζούρης», όπως ήταν γνωστό το τρενάκι, άρχισε και πάλι τα δρομολόγιά του,
για τουριστικούς σκοπούς αυτή τη φορά.
Λίγα λεπτά
πριν τις 11 ένα σφύριγμα ειδοποιούσε για την αναχώρηση που έγινε στις 11
ακριβώς. Ξεφυσώντας και αγκομαχώντας πήρε την ανηφόρα. Γύρω ελαιώνας και στο
βάθος ανάμεσα από τις ελιές φαίνεται σιγά-σιγά η θάλασσα του Παγασητικού. Όσο
ανεβαίνουμε η θέα γίνεται όλο και πιο όμορφη, όλο και πιο εντυπωσιακή! Κυλάμε
στη δυτική πλαγιά του βουνού, ο ελαιώνας κατρακυλά προς τη θάλασσα, ο
Παγασητικός γυαλίζει καταγάλανος από κάτω μας και η στεριά της Θεσσαλίας
δεσπόζει στον ορίζοντα απέναντι. Τι άλλο ομορφότερο μπορεί να φανταστεί κανείς;
Λίγη ώρα αργότερα μπαίνουμε στον σιδηροδρομικό σταθμό της Άνω Γατζέας. Εκεί έχει μια στάση περίπου 15 λεπτών. Ένα μικρό καφενείο εξυπηρετεί τους επιβάτες, ενώ πολλοί τριγυρίζουν φωτογραφίζοντας και φωτογραφιζόμενοι ένα γύρω. Μοναδικό σχεδόν θέμα, ο «Μουτζούρης»! Από όλες τις πλευρές.
Εντυπωσιακή είναι και η πέτρινη καμάρα πάνω από τη γραμμή.
Το τρένο
σφυράει! Τέλος το διάλειμμα! Ξανά πάνω και συνεχίζουμε.
Οι γέφυρες διαδέχονται η μία την άλλη, οι σήραγγες το ίδιο, κάποιοι μικροί οικισμοί και λίγο πριν τις Μηλιές αρχίζει να σπάει η «μονοκρατορία» της ελιάς μιας και έχουν προστεθεί και άλλα είδη φυτών στο κάδρο μας. Μιάμιση ώρα περίπου απ’ όταν φύγαμε από τα Άνω Λεχώνια μπαίνουμε στον σταθμό των Μηλιών! Στο μέρος αυτό είχαμε έρθει πολλά χρόνια πριν. Μέσα στα θεόρατα πλατάνια, μέσα στο πυκνό πράσινο είναι μια πολύ χαρακτηριστική και αντιπροσωπευτική εικόνα του μοναδικού αυτού βουνού!
Κατεβήκαμε
όλοι στο σταθμό. Το τρένο θα έφευγε και πάλι τρεισήμισι ώρες μετά. Άλλοι
ξεκινήσανε με τα πόδια για το χωριό. Άλλοι από τα ανηφορικά καλντερίμια, άλλοι
από τον αμαξιτό. Εμείς είχαμε αποφασίσει να κάτσουμε εκεί για βόλτα μέσα στο
δάσος και μετά φαΐ και καφέ στο παρακείμενο εστιατόριο.
Οι
υπάλληλοι του τρένου ξεκινούν εκεί μια διαδικασία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Την
αναστροφή της μηχανής. Μανούβρες μπρος πίσω μέχρι να μπει πάνω στην ειδική
κυκλική πλατφόρμα, ακριβώς στη θέση που πρέπει. Μετά τη δουλειά αναλαμβάνουν τα
χέρια! Ναι, η αναστροφή γίνεται χειροκίνητα! Οι υπάλληλοι, αλλά και κάποιοι
επιβάτες βάζουν «ένα χεράκι» για να περιστρέψουν την πλατφόρμα με τη μηχανή.
Φυσικά πέφτει πολύ πλάκα και τα καλαμπούρια εκτοξεύονται ένθεν και ένθεν! Με το
τέλος της δουλειάς στήνουν μια ψησταριά να ψήσουν τα κοψίδια που έχουν φέρει
μαζί τους! Κάναμε μια βόλτα πάνω στις γραμμές μέχρι την πρώτη γέφυρα και
γυρίσαμε. Ξαφνικά ένα εκκωφαντικός κρότος μας έκανε να πεταχτούμε και να
κοιτάξουμε προς τη μεριά της ρεματιάς. Μια
τεράστια κλάρα από ένα πλατάνι, έσπασε και γκρεμίστηκε παρασέρνοντας και
σπάζοντας και άλλα κλαριά στο δρόμο της. Ευτυχώς που αυτό συνέβη στη ρεματιά
και όχι στο χώρο του σταθμού που βρίσκονταν αρκετοί άνθρωποι, μαζί τους κι
εμείς! Κάτσαμε και απολαύσαμε το φαΐ και τον καφέ μας, βγάλαμε πολλές
φωτογραφίες στο τρένο, είδαμε μια έκθεση γι’ αυτό, που στεγάζεται στα κτίρια
του σταθμού και στις 4 ξεκινήσαμε για την επιστροφή.
Η θέα αυτή τη φορά από τα αριστερά μας, αλλά το ίδιο εντυπωσιακή. Αργά το απόγευμα γυρίσαμε στο κάμπινγκ, κάναμε τις βουτιές μας και αράξαμε μέσα να αφομοιώσουμε τις όμορφες εικόνες και εμπειρίες της ημέρας.
Η άλλη μέρα
ήταν Κυριακή και κάτσαμε μέσα. Να ξεκουραστούμε και να απολαύσουμε τη θάλασσα.
Μόνο αργά το απόγευμα ανεβήκαμε μέχρι το γραφικό χωριό Άγιος Λαυρέντιος, με τις
ωραίες πέτρινες βρύσες. Κάτσαμε κάτω από την κληματαριά ενός καφενέ για ένα
καφέ και ένα πηλιορείτικο γλυκό του κουταλιού, μπουκιά και συχώριο! Από εκεί
κατεβήκαμε ξανά στον κεντρικό και φτάσαμε στα Καλά Νερά όπου παρά το χαμό
βρήκαμε να κάτσουμε και φάγαμε και καλά!
Βόλτα
σε παλιούς γνώριμους τόπους!
Τελευταία
μέρα στο Πήλιο και είπαμε να πάμε σε γνώριμα μέρη αλλά από κάποιες άγνωστες
διαδρομές. Έτσι πήγαμε στα Χάνια ακολουθώντας ένα δευτερεύοντα δρόμο με πολλές
στροφές αλλά μέσα σε πυκνό δάσος. Περνάει από το χωριό Δράκεια. Από τα Χάνια
ανεβήκαμε στο χιονοδρομικό κέντρο αλλά ήταν τα πάντα κλειστά και έρημα. Βέβαια
η θέση του χιονοδρομικού με τη θέα στη θάλασσα είναι πραγματικά ξεχωριστή.
Γυρίσαμε στα Χάνια και πήραμε το δρόμο των χωριών του Ανατολικού Πηλίου.
Προορισμός μας η Τσαγκαράδα. Είχε μεσημεριάσει, έκανε και ζέστη και θέλαμε να
βάλουμε κάτι στο στόμα μας. Πάνω από την πλατεία κάτσαμε και φάγαμε και στη
συνέχεια κατεβήκαμε στην πλατεία όπου βρήκαμε καταφύγιο από την κάψα κάτω από
τη δροσερή σκιά του τεράστιου πλατάνου. Τι δέντρο είναι αυτό!! Έχω δει πλατάνια
και πλατάνια, μερικά από αυτά θεόρατα. Σαν κι αυτό ποτέ! Σκεπάζει όλη την
πλατεία και η μεγάλη οριζόντια κλάρα του χρειάστηκε χτιστή κολώνα για
υποστήριγμα για να μην σπάσει. Τα πιτσιρίκια που ανεβοκατεβαίνουν στον κορμό
του παίζοντας, δείχνουν ακόμα πιο μικρά! Κάτω από την πλατεία είναι οι βρύσες
που τρέχουν ασταμάτητα κρύο νερό.
Μετά τον
καφέ και τη ραστώνη του απομεσήμερου συνεχίσαμε για μια από τις ομορφότερες,
κατά τη γνώμη μου, παραλίες, όχι μόνο του Πηλίου, αλλά της Ελλάδας ολόκληρης.
Την παραλία του Μυλοπόταμου! Είναι η παραλία που βρίσκεται περίπου 7,5
χιλιόμετρα από την Τσαγκαράδα, σε καλό, αλλά με πολλές στροφές δρόμο. Είναι
διπλή με μια συστάδα βράχων να τη χωρίζει στα δύο αλλά και ένα άνοιγμα, σα
πόρτα να ενώνει τα δυο κομμάτια. Έχει άσπρο βότσαλο και άμμο και υπέροχα,
πεντακάθαρα, διάφανα, γαλαζοπράσινα νερά. Ένας βράχος λίγα μέτρα από την
παραλία, αποτελεί ένα καλό εφαλτήριο για
βουτιές και προσθέτει μια ακόμα πινελιά στον ούτως ή άλλως υπέροχο καμβά που
ξετυλίγεται στα έκθαμβα μάτια του επισκέπτη! Το αυτοκίνητο το αφήνεις στο
πάρκινγκ ακριβώς από πάνω και κατεβαίνεις στη μεγάλη παραλία από κάμποσα
σκαλιά. Αξίζει όμως και με το παραπάνω η κατάβαση (και κυρίως η ανάβαση)!
Δυστυχώς
είχε περάσει μόνο λίγη ώρα από όταν είχαμε φάει και το μπάνιο που είχα
ονειρευτεί στο Μυλοπόταμο αναβάλλονταν για κάποια άλλη φορά. Περιοριστήκαμε
λοιπόν μόνο στη θέα από ψηλά!
Ξανά στον
κεντρικό με κατεύθυνση νότια προς Αργαλαστή. Περάσαμε τη διασταύρωση για Μηλιές
και λίγα χιλιόμετρα μετά στρίψαμε δεξιά προς τον Παγασητικό. Το απόγευμα είχε
προχωρήσει όταν κάναμε μια στάση στο χωριό Αφέτες. Μια ομάδα παιδιών έπαιζε
μπάλα στην πλατεία και εμείς κάτσαμε στο παγκάκι πίσω από την πέτρινη εκκλησία
με τα ωραία λιθανάγλυφα στην έξω μεριά του Ιερού.
Η μέρα μας
τελείωσε στην παραλιακή Άφυσο. Κάτσαμε για φαΐ δίπλα στο σημείο που το γλυκό
νερό που έρχεται από τις βρύσες χύνεται στη θάλασσα. Εκεί τελείωσαν και οι
μέρες που είχαμε αφιερώσει στο μυθικό βουνό της Θεσσαλίας. Αύριο πάμε βόρεια
και ανατολικά. Αγαπημένο Πήλιο ευχόμαστε να έρθουμε και πάλι σύντομα. Καλή
αντάμωση!!
(σημείωση:
σε εκείνο το ταξίδι είχα την πρώτη μου ψηφιακή μηχανή μόλις κάτι μήνες και δεν
την είχα δουλέψει ιδιαίτερα. Στραβάδι λοιπόν στη ψηφιακή φωτογραφία έκανα πολλά
λάθη, με μεγαλύτερο το σβήσιμο μιας κάρτας, που είχε τις φωτογραφίες της
τελευταίας μέρας στο Πήλιο και του μεγαλύτερου μέρους από το υπόλοιπο ταξίδι. Η ανασφάλεια
μου όμως, με έκανε να έχω μια παλιά μικρή μηχανή με φιλμ, που τράβαγα που και που. Έτσι
εκείνες οι "σελίδες του παλιού ταξιδιωτικού μου ημερολόγιου" είναι
πολύ φτωχές σε φωτογραφίες)
(το ταξίδι συνεχίζεται Στη Μακεδονία και….λίγο από Θράκη!)
θα χαρώ να διαβάσω τα σχόλια σας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου